† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Γεύτηκα τό γλυκό δάκρυ
«Παντοκράτωρ Κύριε, οἶδα, πόσα δύνανται τά δάκρυα».
Ἀνακάλυψα τή δύναμη τῶν δακρύων. Γεύτηκα τή γλυκύτητά τους. Ἀπόκτησα την ἐμπειρία τῆς λυτρωτικῆς δραστικότητάς τους.
***
Δέ χρειάστηκε νά περιμένω τό ἡλιόγερμα τῆς ζωῆς, γιά νά στάξουν τά μάτια μου. Στό βρεφικό μου λίκνο φυτεύτηκε τό πρῶτο μου δάκρυ. Δίχως νά τυπώσω μέσα μου τήν ἀφορμή. Δίχως νά κρατήσω στή μνήμη μου τό χρονικό τοῦ στεναγμοῦ μου.
Παιδί τοῦ Ἀδάμ, πού γεννήθηκα ἔξω ἀπ’ τόν Παράδεισο τῆς τρυφῆς (Γενέσ. γ΄ 23) πῆρα ἀπ’ τόν πατέρα μου τόν κλῆρο τοῦ πόνου καί φορτίστηκα μέ τό ξέχειλο σταμνί τῶν δακρύων. Ἔγινα δέκτης τοῦ θλιβεροῦ ἀγγέλματος: «ἀκάνθας καί τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καί φαγῇ τόν χόρτον τοῦ ἀγροῦ· ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τόν ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τήν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης» (Γενέσ. γ΄18,19). Κι ἄρχισα νά γράφω μέ τό ἀνάβλυσμα τῶν ματιῶν μου τήν ἱστορία τῆς ζωῆς μου.
Ἔκλαψα, στέναξα, θρήνησα. Δέν ἀπόμεινε σελίδα στό χρονικό τοῦ βίου μου, πού νά μήν ποτιστεῖ μέ τό ἁλμυρό δάκρυ.
Κι αὐτό τό κλάμα τὄνοιωσα νά σταλάζει σά φαρμάκι μέσα μου. Σά γεύση ἀπογοήτευσης κι ἀφόρητης ὀδύνης.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων