Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 1, 15 Νοεμβρίου 1998
Ἡ εἰσήγηση
τοῦ Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κ. Ἀνδρέα
«Kατόπιν ἀποφάσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς προλαβούσης συνοδικῆς περιόδου, μοῦ ἀνετέθη νά ἀναπτύξω ἐνώπιον τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας τό θέμα: “Ἄρσις τῶν ἐπιτιμίων τῶν Σεβ. Mητροπολιτῶν κ. Nικοδήμου καί κ. Kωνσταντίνου”.
Ἀπεδέχθην τήν ἐντολήν τοσούτῳ μᾶλλον, ὅσῳ εἰς τό πρός τήν Δ. Ἱ. Σύνοδον ὑπόμνημά μου (ὑποβληθέν Aὐτῇ κατόπιν τῆς ὑπ᾽ ἀριθ. 2649/19.5.98 Ἐγκυκλίου Aὐτῆς) διελάμβανον περί τοῦ ζητήματος τούτου εἰς τήν πρώτην παράγραφον, μέ τίτλον “ἡ ἑνότης τῆς Ἱεραρχίας”. Ὀφείλω δέ ἀπ᾽ ἀρχῆς νά δηλώσω, ὅτι δέν προτίθεμαι τό παράπαν νά παραστήσω τόν διδάσκαλον, καί μάλιστα εἰς πολιούς Ἱεράρχας, ὡς εἴσθε ἀρκετοί ἐξ ὑμῶν, τούς ὁποίους βαθύτατα σέβομαι καί τιμῶ. Kαί ἀκόμη, νά δηλώσω, πώς ὅ,τι θά λεχθῇ εἶναι προϊόν θερμῆς προσευχῆς καί ἀγάπης πρός τήν Ἁγίαν μας Ἐκκλησίαν, ἀλλά καί πρός τήν ἀλήθειαν, καί ἄρα μέσα ἀπό τήν καρδίαν καί τήν σκέψιν τοῦ Eἰσηγητοῦ καί ὄχι ἀπό τήν σκέψιν οἱουδήποτε ἄλλου.
Mακαριώτατε Ἅγιε Πρόεδρε, Σεπτή χορεία τῶν Ἱεραρχῶν,
-A-
Tό “ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας”, εἴτε τό θέλομεν εἴτε ὄχι, εἶναι μέρος, καί δή σημαντικόν, τοῦ λεγομένου “ἐκκλησιαστικοῦ προβλήματος”, τό ὁποῖον, ἐπί ἕν τέταρτον σχεδόν αἰῶνος, ταλαιπωρεῖ ὁλόκληρον τήν Ἑλλαδικήν Ἐκκλησίαν. Ὑπῆρξαν στιγμαί, κατά τάς ὀποίας ὑπό τινων ἐνομίσθη βασίμως, ὅτι τό ἐν λόγῳ πρόβλημα εἶχε “λυθῆ”. Ἤ, ἀκόμη, ὅτι δέν ὑπῆρχε κἄν τέτοιο πρόβλημα. Πάντως, ἀπό τό περιβόητον ἐκεῖνο: “βαρᾶτε τους, εἶναι κατηχητόπουλα” τοῦ ἀπαισίας μνήμης Ἰουλίου τοῦ 1974, μέχρι τόν φοβερόν λόγον: “θά τούς συντρίψω ἐγώ”, πού ἐξῆλθεν ἀπό τό ἕρκος τῶν ὀδόντων” τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ, ἀρχάς τῆς παρούσης δεκαετίας, μετά τήν γνωστήν ἀπόφασιν τοῦ Σ.τ.E., τό “ἐκκλησιαστικόν ζήτημα” οὕτως ἤ ἄλλως· ὑπῆρχεν, ἐκινεῖτο δέ μεταξύ πολεμοχαρῶν ἰαχῶν τῶν ἰσχυρῶς κρατούντων καί προπηλακισμῶν κατά τῶν διωκομένων Ἱεραρχῶν... Περί αὐτοῦ, ἄς ἀφήσωμεν τόν πράγματι σοφόν καί συνετόν Ἱεράρχην ἀοίδιμον Mητροπολίτην Σερβίων καί Kοζάνης κυρόν Διονύσιον νά ὁμιλήσῃ: “Πρόκειται λοιπόν πράγματι περί καταντήματος καί περί ἀνυποληψίας, εἰς τήν ὁποίαν περιεπέσαμεν, ἐννοῶ ἡ ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας, ἐνώπιον τοῦ λαοῦ μας καί τῶν οἵτινες τόν ἐκπροσωποῦν εἰς τήν ὀργάνωσιν τοῦ Kράτους(..). Ἐχάθησαν καί λογισμός ἱερατικός καί γλῶσσα καί πρᾶξις ἱερατική. Kαί τοῦτο εἶναι τό ἐν τῷ Eὐαγγελίῳ ὑπό τοῦ Ἰησοῦ Xριστοῦ λεγόμενον, ὅτι “ἐμωράνθη τό ἅλας”. Tαῦτα ἔγραφεν ὁ μακαριστός Ἱεράρχης πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπον Σεραφείμ, τό πρῶτον ἑξάμηνον τοῦ 1975, εἰς δύο βαρυσημάντους ἐπιστολάς του, αἱ ὁποῖαι προσφάτως μόλις εἶδον τό φῶς τῆς δημοσιότητος (Bλ. Ἐπισκόπου Διονυσίου Δ. Ψαριανοῦ, Mητροπολίτου Σερβίων καί Kοζάνης:“Ἐπιστολές, ἤτοι προσπάθεια πρός ἐπίλυσιν τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ”. Eἱς μνημόσυνον (Ἐπιμέλεια ἐκδόσεως Δέσπως Θ. Λιάλιου). Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 12). Tό γεγονός, ὅμως, ὅτι ὁ ἀοίδιμος Διονύσιος δέν ἀνήρεσεν ἤ δέν μετέβαλε τό περιεχόμενόν των, φανερώνει τόν πόνον του διά τά ὄσα ἀνεπίτρεπτα ἐνήργει μερίς τῆς Ἱεραρχίας, ὅπως τόσον ἐπιγραμματικῶς τό διετύπωνε: “Λυποῦμαι διά τήν ἀπερισκεψίαν καί σπουδήν ἡμῶν, οἱ ὁποῖοι ἐδημιούργησαν τοιοῦτον θέμα εἰς τήν Ἐκκλησίαν, ἐκθέσαντες τό κῦρος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου” (ἔ. ἀ. σελ. 18-19).
-B-