† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου, «Λατρεία καί Βίβλος», β΄ ἔκδ. (Ἀθήνα: Ἐκδόσεις «ΣΠΟΡΑ»), σελ. 8, 31-35
ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΙ ΒΙΒΛΟΣ
..., ἡ Ὀρθόδοξη Λειτουργία μας ξεκινάει ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, ἐμπνέεται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, γεμίζει ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, ἐρμηνεύεται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή.
Ὅλα αὐτά κάνουν φανερό, πώς μιά ἐμβάθυνση στό γράμμα καί στό πνεῦμα τῆς Λειτουργίας προϋποθέτει ἐμβάθυνση στό γράμμα καί στό πνεῦμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Καί πώς δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει συνειδητή λειτουργική ζωή, ἄν δέν ὑπάρχει ἁγιογραφική σπουδή. Μόνο ὅταν αἰσθανθοῦμε τή ζωντανή παρουσία τῆς Ἀποκαλύψεως στή θεία Λειτουργία, κι’ ὅταν, βοηθημένοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα μποῦμε λίγο πιό βαθειά στό νόημα τοῦ μυστηρίου τῆς Εὐχαριστίας, ἡ καρδιά μας θ’ ἀρχίσει νά πάλλει ἀπό ἐνθουσιασμό κι’
ἀπό συγκίνηση κι’ ἀπό λαχτάρα. Ἡ θεία Λειτουργία θά γίνει ἡ δροσιά καί τό ὀξυγόνο τῆς ψυχῆς μας...
6. Μέ τήν κιθάρα τοῦ Δαβίδ
Τό «Ψαλτήριον» εἶναι ἕνα βιβλίο ὑπέροχο. Περιέχει παλμούς ἀνθρώπινους καί δόγματα θεΨαλμῖα. Ἡ ἀνθρώπινη ἀγωνία, ἡ ἀπογοήτευση, ὁ φόβος, ὁ πόνος, ἡ νοσταλγία τοῦ Μεσσία, ἡ χαρά, κι’ ὅλα τά προβλήματα καί τά αἰσθήματα ἀπό τά ὁποῖα διαδοχικά περνάει ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ξεδιπλώνονται στίς σελίδες του μέ εἰλικρίνεια καί φυσικότητα. Κι’ ἀπό τό ἄλλο μέρος ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ, ἡ χειραγωγία, ἡ εὐλογία, παρουσιάζονται μ’ ἕνα τρόπο ζωντανό καί προσιτό. Ὅλα δέ αὐτά μέσα στήν ἀτμόσφαιρα τῆς προσευχῆς καί μέ τόν στίχο τόν γεμάτο μουσικότητα καί δύναμη. Τό Ψαλτήρι εἶναι ταυτόχρονα ποιητική δημιουργία καί ἐξομολόγηση καί ἀποκάλυψη. «Στό βιβλίο τῶν ψαλμῶν ἔχει ἀποθησαυρισθῆ ὅ,τι ὠφέλιμο. Μιλάει γι’ αὐτά, πού πρόκειται νά συμβοῦν· ὑπενθυμίζει ἱερές ἱστορίες. Προσφέρει νόμους θείους. Δίνει πολύτιμες συμβουλές...». Καί τά κάνει αὐτά μ’ ἕνα τρόπο συναρπαστικό. «Το ἐκ τῆς μελῳδίας τερπνόν τοῖς δόγμασιν ἐγκατέμιξεν, ἵνα τῷ προσηνεῖ καί λείῳ τῆς ἀκοῆς τό ἐκ τῶν λόγων ὠφέλιμον λανθανόντως ὑποδεξώμεθα» (Μ. Βασίλειος).
Μέ ὅλον αὐτόν τόν πλοῦτον τό Ψαλτήρι ἔχει μπεῖ στή λατρεία μας. Ἡ πρώτη Ἐκκλησία ζωντανή ἀπό τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πῆρε τή συνήθεια τῆς ἀναγνώσεως τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ βιβλίου ἀπό τίς προσευχές καί τίς λατρευτικές συνάξεις τοῦ περιουσίου λαοῦ. Τό παρέλαβε σάν μιά πολύτιμη κληρονομιά τοῦ λαοῦ, πού ἔζησε μέσα στήν ἔντονη ἀναζήτηση καί προσμονή τοῦ Μεσσία. Ἡ ποικιλία τῶν ψαλμῶν του μποροῦσε νά τροφοδοτήσει τήν ὁποιαδήποτε ψυχική κατάσταση τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅπως σέ κάθε ἀκολουθία, ἔτσι καί στόν Ὄρθρο καί στή Λειτουργία ἔχει κεντρική θέση τό Ψαλτήρι.
Τήν ὀρθρινή (πρωϊνή μας) ἀκολουθία, τήν ἀρχίζουμε μέ τόν ἑξάψαλμο. Μέ τήν ἐξαίρετη αὐτή σύνθεση τῶν ἕξη ψαλμῶν, πού μᾶς βοηθοῦν νά τοποθετηθοῦμε, ἀπό τήν ἀρχή, μπροστά στόν Κύριο.
«Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, πρός σέ ὀρθρίζω. Ἐδίψησέ σε ἡ ψυχή μου, ποσαπλῶς σοι ἡ σάρξ μου, ἐν γῇ ἐρήμῳ καί ἀβάτῳ καί ἀνύδρῳ».
Θεέ μου, πού εἶσαι ὁ μόνος Θεός μου, πρωΐ – πρωΐ, σέ σένα προσεύχομαι. Πολλές φορές σέ δίψησε ἡ ψυχή μου. Ἀλλά καί πόσες φορές δέν σέ δίψησε ἡ σάρξ μου, στή χώρα τήν ἔρημη καί τήν ἄβατη καί τήν ἄνυδρη, πού ζῶ!
Ἀργότερα, παίρνουμε στά χείλη μας ἄλλοτε αὐτούσια ψαλμικά κομμάτια κι’ ἄλλοτε μεμονωμένους στίχους. Ἡ στιχολογία τοῦ Ἀμώμου, δηλαδή τοῦ ἑκατοστοῦ δεκάτου ὀγδόου ψαλμοῦ, τά εὐλογητάρια, οἱ ἀναβαθμοί εἶναι προσευχές, πού μᾶς τίς δάνεισε ἤ μᾶς τίς ἐνέπνευσε τό Ψαλτήρι. Σ’ ὅλα αὐτά ἐπικρατεῖ ἡ ἔξαρση, ἡ καθαρή προσευχή, ἡ ζωντανή ἐπικοινωνία μέ τό Θεό.
Προχωρῶντας στόν ὄρθρο παίρνουμε ὑπέροχα συναισθήματα ἀπό τόν 148ο καί τόν 149ο ψαλμό. Μ’ αὐτούς τούς ψαλμούς ὁ ὑμνωδός καλεῖ ὁλόκληρη τή δημιουργία νά δοξολογήσει τό Θεό. Κι’ ἐμεῖς τούς ἀπευθύνουμε στά ὁρατά καί στά ἀόρατα, στούς ἀγγέλους καί στούς ἀνθρώπους καί καλοῦμε τό σύμπαν νά ἑνωθεῖ στό εὐφρόσυνο ὑμνολόγημα.
«Πᾶσα πνοή αἰνεσάτω τόν Κύριον. Αἰνεῖτε τόν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν, αἰνεῖτε αὐτόν ἐν τοῖς ὑψίστοις... αἰνεῖτε αὐτόν ἐν ἤχῳ σάλπιγγος, αἰνεῖτε αὐτόν ἐν ψαλτηρίῳ καί κιθάρα...».
Ἕνας οἰκουμενικός συναγερμός στή θεία αἴνεση. Μιά ἑνοποίηση τοῦ σύμπαντος στό ἔργο τῆς δοξολογίας, πού φτάνει στό κατακόρυφό της στό τέλος τοῦ ὅρθρου μέ τή «Δοξολογία», ἡ ὁποῖα εἶναι κατάσπαρτη ἀπό ψαλμικά χωρία.
Μετά μπαίνουμε στή θ. Λειτουργία. Καί ἐδῶ τό Ψαλτήρι κάνει τήν παρουσία του μέ τά «Ἀντίφωνα» καί μέ τό «προκείμενο» τοῦ Ἀποστόλου. Πάλι προσευχόμαστε καί δοξολογοῦμε τόν Κύριο μέ τή γλῶσσα τοῦ μεγάλου ὑμνῳδοῦ.
Μά καί στίς ἱερώτατες στιγμές τῆς ἀναφορᾶς, κάτι ἔχει νά μᾶς προσφέρει τό ἱερό βιβλίο τῶν προσευχῶν, ὅπως τό: «Ἀγαπήσω σε, Κύριε, ἡ ἰσχύς μου...» καί ἀρκετές ἄλλες σύντομες ἱκεσίες. Ἔτσι πραγματοποιεῖται αὐτό πού ἔχει γράψει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Στή λατρεία μας «καί πρῶτος καί μέσος καί ἔσχατος» ὁ Δαβίδ παρουσιάζεται. Ὑμνεῖ τό Θεό καί προσφέρεται, γιά νά μᾶς διευκολύνει στήν ὑμνωδία τοῦ Θεοῦ.
Τό Ψαλτήρι μᾶς μαθαίνει ν’ ἀναζητᾶμε τόν Κύριο καί νά τόν νοσταλγοῦμε. Νά χαιρώμαστε τή λυτρωτική καί χαροποιό κι’ ἐνισχυτική παρουσία τοῦ Μεσσία. Μᾶς κάνει νά προσανατολίζουμε τούς πόθους μας πρός τόν Ἰησοῦ καί νά προσηλώνουμε τή σκέψη καί τό μάτι στό πιό μεγάλο γεγονός τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, τό πάθος. Ὁ Δαυίδ χίλια χρόνια πρίν ἀπό τή σάρκωση τοῦ Κυρίου αἰσθάνθηκε τήν παρουσία τοῦ Κυρίου καί τήν ἀπαθανάτισε στούς μεσσιανικούς ψαλμούς του. Κι’ ἐμεῖς, μέ τή σκέψη καί τόν παλμό τῶν ψαλμῶν μαθαίνουμε νά λαχταροῦμε καί νά νοσταλγοῦμε τήν παρουσία καί τήν γλυκειά συντροφιά τοῦ Λυτρωτοῦ μας.
Μά ἀκόμα οἱ ψαλμοί μᾶς μαθαίνουν καί νά προσευχώμαστε. Βγαλμένοι ἀπό μιά καρδιά ζωντανή, ἀνταποκρίνονται σ’ ὅλες τίς ψυχικές καταστάσεις, ἀπό τίς ὁποῖες μπορεῖ νά περάσει ὁ ἄνθρωπος. Γι’ αὐτό καί, σ’ ὁποιαδήποτε ψυχική κατάσταση κι’ ἄν βρισκώμαστε, θά ὑπάρχει κάποιος ψαλμός, πού θα ταιριάζει στά χείλη μας.
Ὅταν προσευχώμαστε μέ τούς ψαλμούς, προσευχώμαστε μέ τίς προσευχές ἑνός γνησίου ἀνθρώπου, πού μπόρεσε νά μιλήσει στό Θεό σάν ἀντιπρόσωπός μας καί μποροῦμε νά ἐκφραστοῦμε σωστά καί εἰλικρινά χρησιμοποιώντας τά λόγια του. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς πῆραν τόσο σπουδαία θέση στή λατρεία μας.
Πόσο πρέπει νά ἐλεγχθοῦμε, ἄν δέν ἐκμεταλλευώμαστε αὐτόν τόν ἀνεκτίμητο πλοῦτο!
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων