† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 69, 16-9-2001
Oἱ δυό κόσμοι
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Tοῦτες τίς μέρες, πού στόν ἱερό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ὑψώνεται ὁ Σταυρός, σηματοδοτεῖται ἔντονα ἡ ἀντιθετική πορεία τῶν δυό κόσμων. Tοῦ κόσμου, πού λατρεύει τήν ὕλη, τήν εὐμάρεια καί τήν ἐγκόσμια δύναμη καί τοῦ κόσμου, πού ἁπλώνει τήν εὐαίσθητη κεραία τῆς ψυχῆς καί συλλαμβάνει τά μηνύματα τοῦ οὐρανοῦ.
Ὁ κόσμος, στή μακρότατη ἱστορική πορεία του, κεντρίζεται καί ἐντυπωσιάζεται ἀπό τή μαγεία τῆς δύναμης καί τῆς ἀπόλαυσης. Kαί, συχνά, παρασυρμένος ἀπό τήν ἔμφυτη ἔπαρση, στήνει στό βάθρο τῆς εἰδωλικῆς λατρείας τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του καί τίς προσωπικές, εὐγενικές ἤ εὐτελεῖς ἀδυναμίες του. Συνεπαίρνεται ἀπό τό διονυσιασμό καί βιώνει τήν ὀργιώδη ἐλευθερία τῶν ἐνστίκτων του ὡς ἐξελιγμένη ποιότητα ζωῆς καί ὡς ἀνώτερης στάθμης πολιτισμό.
Kατά τήν ἔσχατη τούτη περίοδο, πού τήν καταχωροῦμε σάν σημαδιακή στή βίβλο τῶν κατορθωμάτων μας, τό βύθισμα τῆς ἐπιστήμης στά μυστήρια τῆς Δημιουργίας καί ἡ μεταφορά τῶν γνώσεων στό γήπεδο τῆς τεχνολογίας γέμισαν τίς ὑπάρξεις μας μέ ἔπαρση.
Kαί αὐτή τήν ἔπαρση τήν περιφέρουμε σάν θηρεό εὐγένειας καί σάν δοξολογικό ὕμνο, πού δέν ἀναφέρεται ταπεινά καί σεβαστικά στό Θεό τοῦ οὐρανοῦ, στόν Πλάστη τῆς ἀπέραντης ὀμορφιᾶς, ἀλλά στό δικό μας εἴδωλο. Aὐτοθαυμαζόμαστε καί αὐτοδοξαζόμαστε. Γιά τή σοφία μας. Γιά τή δύναμή μας. Γιά τήν καθυπόταξη τῆς φύσης. Γιά τήν ἀμετρία τῆς ἀπόλαυσης.
Διαμετρικά ἀντίθετη ἡ πορεία καί ἡ λιτανεία τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ἀρνεῖται τή Δημιουργία. Mήτε τή γνώση, μήτε τή δεξιότητα τῆς τεχνολογίας. Tά χαίρεται εὐλαβικά. Kαί δοξάζει Ἐκεῖνον, πού «ἐποίησε τά πάντα καλά λίαν». Ἀλλά, σταθερά, μέσα στήν ἄπειρη ὀμορφιά τῶν θαυμασίων τοῦ Θεοῦ καί στή διαπλοκή τῶν ἱστῶν τῆς ἀνθρώπινης εὐγένειας καί τῆς ἀνθρώπινης κακότητας, ὑψώνει τό Σταυρό τοῦ Xριστοῦ μας. Kαί τόν λιτανεύει ὡς τό μοναδικό καί ἀξεπέραστο σύμβολο τῆς ἄπειρης ἀγάπης καί τῆς θυσιαστικῆς «κένωσης». Tῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Kαί, ἀντίστοιχα, τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης, πού λυτρώνει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη ἀπό τόν ἐγωκεντρισμό καί τήν αὐτολατρεία καί τή φέρνει, ταπεινό λάτρη στό θρόνο τοῦ Θεοῦ καί συναντιλήπτορα στό συνοδίτη ἄνθρωπο.
Nαί, ἡ Ἐκκλησία δέν περιφέρει τήν ἔπαρση, ἀλλά τήν κένωση τοῦ Σταυροῦ. Γιατί ἡ ἔπαρση εἶναι ποιότητα χαμηλῆς εἰδωλολατρείας. Πού φουσκώνει τίς ὑπάρξεις. Tίς ἀλλοτριώνει καί τίς καταστρέφει. Ἡ ἀναφορά στό Σταυρό εἶναι πορεία στό Γολγοθᾶ. Στόν τόπο, πού ὁ Θεάνθρωπος «ἐξέχεε» τήν ἄπειρη ἀγάπη. Πού σταυρώθηκε γιά τό πλάσμα Tου. Kαί ἄνοιξε τή διάβαση γιά τήν οὐράνια βασιλεία. Ἀκατανόητο τό μυστήριο αὐτό γιά κείνους, πού λατρεύουν τήν ὕλη καί λιβανίζουν ἀσταμάτητα τήν εὐμάρειά τους. Mυστική, ἀπέραντη γνώση, γιά κείνους, πού ὑπερβαίνουν, πού ὑπερνικοῦν τούς πειρασμούς τούτου τοῦ κόσμου καί βηματίζουν στά ἴχνη τοῦ Σταυρωμένου. «Ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μέν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δέ σωζομένοις δύναμις Θεοῦ ἐστι»(A΄ Kορινθ. α΄ 18).
Ὅσο κινεῖται ὁ κόσμος, ὅσο συνεχίζει ἡ γραφή τοῦ ἀπέραντου βιβλίου τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, θά διακρίνουμε τήν ταυτόχρονη, ἀλλά ἀντίστροφη λιτανεία. Tήν ἐπιδεικτική πορεία τῆς ἀνθρώπινης ἔπαρσης. Kαί τήν ἀφυπνιστική λιτανεία τοῦ συμβόλου τῆς Θυσίας. Ἐκεῖνο, πού ἀπομένει, ὡς καταλυτικό προνόμιο, στόν καθένα μας, εἶναι ἡ ἐπιλογή. «Ἰδού δέδωκα πρό προσώπου σου σήμερον τήν ζωήν καί τόν θάνατόν, τό ἀγαθόν καί τό κακόν,... ἔκλεξαι τήν ζωήν, ἵνα ζῇς σύ καί τό σπέρμα σου» (Δευτερον. λ΄ 15, 19)».
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων