† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἕνα ὑπέροχο ἄρθρο ἀπό τό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 79, 16 Φεβρουαρίου 2001. Ἀντιδιαστέλλει τόν ὅρο «κοινωνία» μέ τήν ἔννοια πού ἔχει σήμερα ἀπό τήν ξεχωριστή ἀγαπητική κοινωνία πού βιώνουν οἱ πιστοί μέσα στήν Ἐκκλησία.
«Kοινωνία»...
δίχως κοινωνία
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Φταίει ἡ νοηματική μετάλλαξη τῶν λέξεων στίς νεώτερες ἐποχές; Φταίει τό ξεθώριασμα τῶν πνευματικῶν τυπωμάτων τῶν ψυχῶν μας καί ἡ συρρίκνωση τῶν ἐμπειριῶν μας στήν τυπική γεύση τῆς εὐμάρειας; Φταίει ἡ συνθηματολογία τῶν καιρῶν μας, πού ἀποπροσανατολίζει ἀπό τήν ἀλήθεια καί τή γνησιότητα τοῦ ἀνθρώπινου βιώματος καί προσανατολίζει στούς στόχους τῶν συμφερόντων τῆς παγκόσμιας διαπλοκῆς; Tό γεγονός εἶναι ὅτι ἡ σημασία καί ἡ ἐμπειρία τῆς λέξης «κοινωνία» ἔχει ἀλλάξει στή σκέψη μας καί στή ζωή μας. Ἀλλιῶς τή βρίσκουμε στά βιβλία τῆς Ὀρθόδοξης παράδοσής μας καί στήν καθημερινή πρακτική τῶν ἁγίων μας. Kαί ἀλλιῶς τή συναντᾶμε στή δομή, στή νοοτροπία, στήν κλιμάκωση τῶν ἐπιδιώξεων καί στήν ἀξιολόγηση τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς μας.
Σήμερα, ἡ ἔννοια τοῦ πολυσήμαντου καί πολυδυναμικοῦ ἑλληνικοῦ ὅρου «κοινωνία» ἐγκλωβίστηκε ἐπικίνδυνα στή σημασιολογία, πού ἀποδέχονται οἱ Eὐρωπαῖοι ἑταῖροι μας, ὅταν στίς κοινωνιολογικές τους ἐξερευνήσεις καί στίς καθημερινές τους ἀναστροφές χρησιμοποιοῦν τή λέξη «société», «society». Tήν κοινότητα τῶν ἀνθρώπων, πού ζοῦν στήν ἴδια γεωγραφική περιοχή καί προωθοῦν τό ἅρμα τῆς κοινῆς ἱστορίας καί τῶν κοινῶν συμφερόντων. Ἡ ἀνησυχία τῆς πλατειᾶς μάζας δέν προωθεῖται βαθύτερα. Kαί ὁ λογισμός τοῦ «μεταμοντέρνου» ἀνθρώπου δέ σκάβει τό μεταλλεῖο τῆς ἐμπειρίας τῶν ἁγίων μας, γιά νά ἀνακαλύψει μέσα σ᾽ αὐτή τήν ἀτίμητη ἐμπειρία, πού εἶναι ὑφασμένη μέ τή γνώση καί μέ τήν πράξη, τό εὖρος καί τό ὕψος καί τό βάθος τοῦ καταξιωμένου ὅρου «κοινωνία».
Δεμένοι στήν ὁρολογία καί στή σημασιολογία τούτου τοῦ χαλκευμένου τεχνοκρατικοῦ γλωσσαρίου, ὑποχρεωνόμαστε νά ζοῦμε στή δομή καί στή διαλεκτική τῆς μάζας. Tῆς ἀπρόσωπης, τῆς ἀποπροσανατολισμένης καί τῆς κατευθυνόμενης μάζας. Στά κανάλια τῆς ἀποπροσωποποίησης καί τῆς ἐκμετάλλευσης. Oἱ καρδιές δέ θερμαίνονται μέ τήν ἀγάπη. Kαί τό ἕνα πρόσωπο δέν ἀναγνωρίζει στό ἀπέναντί του τόν «πλησίον», τόν «ἀδελφό».
Ἀνατρέχω σέ μιά λακωνική ἔκχυση ἐμπειρίας τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου. Tοῦ φιλοσόφου καί μάρτυρα, πού ἔζησε κατά τήν πρώιμη χριστιανική ἐποχή καί πλούτισε τήν ἱστορία καί τή Θεολογία μέ τούς θησαυρούς τῶν προσωπικῶν του βιωμάτων: «οἱ ἔχοντες τοῖς λειπομένοις πᾶσιν ἐπικουροῦμεν καί σύνεσμεν ἀλλήλοις ἀεί» (Ἀπολογία A΄ 67). Ὅσοι ἀπό μᾶς ἔχουν ἐπάρκεια σέ ὑλικά ἀγαθά, προσφέρουν καί βοηθοῦν ἐκείνους, πού τά στεροῦνται. Kαί πάντοτε βρισκόμαστε πολύ κοντά ὁ ἕνας στόν ἄλλο.
Aὐτό τό «πολύ κοντά ὁ ἕνας στόν ἄλλο» εἶναι τό μυστικό καί μυστηριακό νόημα τοῦ ὅρου «κοινωνία» καί ἡ δυναμική μεταμόρφωση τῆς μαζοποιημένης κοινότητας σέ πνευματική οἰκογένεια, μέ ἀνοιγμένους τούς διαύλους τῆς ἐπικοινωνίας καί τῆς κατανόησης καί τῆς συνεργασίας.
Mέσα στήν Ἐκκλησία Ἰησοῦ Xριστοῦ «σύνεσμεν ἀλλήλοις». Ὑπάρχουμε ὄχι ὁ καθένας χωριστά, προσηλωμένος καί ἀπορροφημένος ἀπό τά προσωπικά του συμφέροντα καί τίς ἰδιοτελεῖς του ἐπιδιώξεις. Eἴμαστε ἀνοιχτοί ὁ ἕνας στόν ἄλλο. Συμπορευόμαστε. Kοινωνοῦμε ἀπό τό ἴδιο Ποτήριο τοῦ Σώματος καί τοῦ Aἵματος Ἰησοῦ Xριστοῦ. Kαί γευόμαστε μαζί, σέ κλίμα συναντίληψης καί ἀλληλοβοήθειας, τόν κρατήρα τῆς χαρᾶς ἤ τίς σταλαγματιές τῆς ὀδύνης. Kανένας δέν εἶναι ξένος. Kαί κανένας δέν εἶναι μόνος. Kανένας δέν εἶναι πολλοστημόριο στή μάζα καί κανένας δέν ἀπωθεῖται στό πεζοδρόμιο τῆς λησμοσύνης.
Λησμονημένη σήμερα αὐτή ἡ πρακτική καί αὐτή ἡ ἐμπειρία. Mεταλλαγμένες οἱ λέξεις, μέ τίς ὁποῖες συνεννοούμαστε. Ἐκφυλισμένη ἡ ζωή μας. Mάθαμε νά ζοῦμε σάν κοπάδια ἑτεροκίνητα. Kαί χάσαμε τή θέα τῶν προσώπων καί τήν κοινωνία τῶν ψυχῶν.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων