† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ, 15-1-1994
ΣΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Συγκλονιστική σε έκταση και σε ένταση η συμπαράσταση του λαού του θεού στούς τρείς Μητροπολίτες, που λιτανεύουν τον προσωπικό τους σταυρό πλάϊ στον σταυρό του Κυρίου μας. Εκείνοι, που αξιώνονται να είναι δέκτες αυτής της αγάπης και της πλησμονής των εκδηλώσεων νοιώθουν δέσμιοι του χρέους των να διακονήσουν με πιστότητα και να αγωνιστούν με θάρρος, "ως πιστοί οικονόμοι ποικίλης χάριτος Θεού".
Περιορισμένες σε αριθμό, αλλ' όχι άχρωμες και οι αντίθετες παροτρύνσεις. Η θεολογική τους βάση θεμελιώνεται στην ταπείνωση. "Μέσα στην Εκκλησία δεν είναι κανένας καθαρός, γιά να πολεμήσει τους ακάθαρτους". "Ούτε νομιμοποιείται κανένας ν' αναλάβει αγώνα γιά τήν κάθαρση, μιά και μοναδικός Κύριος και ρυθμιστής είναι ο ίδιος ο Θεός".
Ομολογώ, ότι με συγκινούν οι παροτρύνσεις των πρώτων. Αλλά με προβληματίζουν και οι αντιρρήσεις των δεύτερων. Τις σέβομαι, τις προσέχω, τις μελετώ, αλλά και προσπαθώ να τις δώ μέσα από το κάτοπτρο της Αποκάλυψης του Θεού και της ιστορίας της Εκκλησίας μας.
Η απάντηση μου και στην πρώτη και στην δεύτερη αντιμετώπιση του εκκλησιαστικού μας προβλήματος θέλω να είναι μιά εξομολόγηση. Ανοιχτή και διάφανη.
Το επισκοπικό υπούργημα και τους μικρούς ή μεγάλους αγώνες, που το καταξιώνουν, θέλω να τα βλέπω και να τα οραματίζομαι μέσα στην Αποκαλυπτική ατμόσφαιρα των Γραφών και στην Χαρισματική εκδίπλωση της ιστορίας της Εκκλησίας. Δεν έχει κανένας το δικαίωμα να αυτοσχεδιάζει στη συγκεκριμένη Φάση της ιστορίας και να επινοεί ή να αποδέχεται λύσεις, που αποτελούν αλλοίωση της θεολογίας της Εκκλησίας ή φθορά του ήθους της. Ο λόγος του Θεού κι η παράδοση των Πατέρων μας είναι οι μόνοι οδηγοί στην ήρεμη πορεία ή στην εμπλοκή των προσώπων και των γεγονότων.
***
Ενα ιδιαίτερα οδηγητικό και δεσμευτικό κείμενο γιά τον επίσκοπο της Εκκλησίας είναι το πρώτο κομμάτι του δευτέρου κεφαλαίου της Αποκαλύψεως.
Ο Θεός μιλάει στον Ευαγγελιστή της αγάπης, στον Ιωάννη. Και του δίνει εντολή να απευθύνει λόγους παρηγορίας και ελέγχου στον επίσκοπο της Εκκλησίας της Εφέσου. "Τάδε λέγει ο κρατών τους επτά αστέρας εν τη δεξιά αυτού, ο περιπατών εν μέσω των επτά λυχνιών των χρυσών". Αυτά λέει Εκείνος, που συγκρατεί και συνέχει τους επτά επισκόπους των μεγάλων και ιστορικών Εκκλησιών και περπατάει ανάμεσα στις Εκκλησίες, που μοιάζουν με ολόχρυσες λυχνίες.
Καθαρός και κατηγορηματικός ο θεϊκός λόγος μπορεί να... σε τρείς ενότητες.
Η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει τους στίχους 2 και 3. "Οίδα τα έργα σου και τον κόπον σου και την υπομονήν σου, και ότι ου δύνη βαστάσαι κακούς, και επείρασας τους λέγοντας εαυτούς αποστόλους είναι και ουκ εισί και εύρες αυτούς ψευδείς, και υπομονήν έχεις και εβάστασας διά το όνομά μου, και ού κεκοπίακας".
Το έργο του επισκόπου είναι ένας μόχθος. Δεν του παραχωρούνται περιθώρια για ραθυμία ή για αναστολές. Χρέος του να διατηρεί τον εαυτό του σε εγρήγορση και την μαχητικότητά του ανεξάντλητη. Οχι γιατί αυτός είναι καθαρός και οι άλλοι ακάθαρτοι. Όχι γιατί υπερυψώνει τον εαυτό του και απορρίπτει τους γύρω του. Αλλά γιατί είναι το πρόσωπο, το φορτισμένο με την ευθύνη να κρατήσει ασκίαστη την αλήθεια και να καλλιεργήσει το γνήσιο ήθος στην εκκλησιαστική κοινότητα.
Δεν του επιτρέπεται να συμβιβάζεται με τους κακούς. Και πρέπει να ερευνάει την ομολογία και το ήθος εκείνων, που ισχυρίζονται ότι είναι απόστολοι χωρίς να είναι.
Αν ένας επίσκοπος συμβιβαστεί, ολόκληρο το σώμα της Εκκλησίας θά χάσει τον προσανατολισμό του. Αν δεν διαχωρίσει τις ευθύνες του από τους ψευδαπόστολους, θα συνεργήσει στην αλλοίωση και στην αλλοτρίωση του βιώματος και του ήθους της Εκκλησίας.
Θεωρείται άραγε τολμηρή n μεταφορά του προβληματισμού της αρχέγονης Εκκλησίας στίς μέρες μας;
Ίσως πιό τολμηρή θα ήταν η αποσιώπηση αυτού του προβληματισμού. Αν στην πρώιμη εποχή, τότε, που έκαιγε ακόμα n Φλόγα της Πεντηκοστής πάνω από τα κεφάλια των αγίων Αποστόλων μπορούσαν να υπάρξουν περιπτώσεις ανθρώπων, πού διακήρυτταν, πως είναι απόστολοι και δεν ήταν, γιατί να μην αντιμετωπίζει και η σύγχρονη Εκκλησία παρόμοιο πειρασμό;
Κανένας επίσκοπος δεν εξαιρείται απ' την πλάνη. Και κανένας δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση να μάχεται για την καθαρότητα της Ευαγγελικής διδαχής και γιά την ολοκληρία του εκκλησιαστικού ήθους.
Το δεύτερο κομμάτι της θεόπνευστης υπόμνησης, είναι ένας έλεγχος. "Αλλ' έχω κατά σου, ότι την αγάπην την πρώτην αφήκας, μνημόνευε ουν πόθεν πέπτωκας και μετανόησαν και τα πρώτα έργα ποίησον".
Ο έλεγχος μπαίνει βαθειά στην καρδιά. Αναμοχλεύει τα αισθήματα. Ανατέμνει τη συνείδηση». Συγκλονίζει την ύπαρξη.
Η επισκοπική διακονία δεν μπορεί να εκδιπλωθεί και να ανθίσει παρά μονάχα εκεί, που υπάρχει το γόνιμο υπέδαφος της αγάπης. Τό "ει φιλείς με Πέτρε, ποίμαινε τα πρόβατα μου" είναι η βασική προϋπόθεση και το μοναδικό κλίμα της επισκοπικής προσφοράς. Κι όταν δεν υπάρχει αυτή η αγάπη, ο απαλός θεϊκός λόγος μεταποιείται σε δριμύ έλεγχο και σε προτροπή πρός μετάνοια. Σκέψου, μνημόνευσε από πού έπεσες κι άλλαξε νού και μετάβαλε το βάθος και τη στάση της ύπαρξής σου.
Αδύναμοι λειτουργοί όλοι μας, παιδιά και θύματα του εικοστού αιώνα, νοιώθουμε να κεντρίζει το "είναι" μας ο Θεϊκός έλεγχος. Κι ομολογούμε, μπροστά στην Εκκλησία, την ενοχή μας και ζητούμε τις προσευχές του ποιμνίου μας.
Ξεκινήσαμε την ιερή διακονία με την ώθηση της αγάπης. Μα δεν την διατηρήσαμε άσβεστη ίσαμε τούτη την ώρα. Και πρέπει να γυρίσουμε πίσω. Στήν πρώτη αγάπη. Και στα πρώτα τίμια και διάφανα έργα.
***
Και η τρίτη ενότητα. Ο Πανάγιος Κύριος υπογράμμιζε μιά έκφραση και μια στάση της ζωής του επισκόπου, που του είναι ιδιαίτερα ευάρεστη: "Αλλά τούτο έχεις, ότι μισείς τα έργα των Νικολαϊτών, α καγώ μισώ".
Δεν αποδέχεται ο Θεός τον συμβιβασμό με τα έργα της φαυλότητας. Δεν θεωρεί γνήσια την επισκοπική διακονία, που με την πρόφφαση της ειρήνευσης ή της ταπείνωσης δίνει πράσινο φώς κι ανοίγει τη δίοδο στην πρακτική της σαρκολατρείας και της προσαρμογής στη νοοτροπία του κόσμου.
Προτιμάει το μίσος. Όχι στά πρόσωπα, που είναι εικόνες δικές Του. Αλλά στα έργα της αμαρτίας που αποτελούν εμπνεύσεις και επιτεύγματα του διαβόλου.
Ένας επίσκοπος, όταν είναι γνήσιος επίσκοπος, μισεί όλα αυτά τα έργα. Γιατί τα μισεί κι ο Θεός. Πονάει τους ανθρώπους. Αγωνίζεται να τους χειραγωγήσει στην μετάνοια. Αλλά δεν αποδέχεται την πρακτική της αμαρτίας. Μένει ανένδοτος και ανίκητος. Μάρτυς πιστός και αληθινός. Δούλος θεού και υπηρέτης των αγίων Μυστηρίων.
***
Αυτό είναι το διάγραμμα του επισκοπικού χρέους. Το βάρος της ευθύνης του. Ο σταυρός που αναλαμβάνει να λιτανεύσει στο μονοπάτι της ιστορίας.
Όλες οι άλλες ανθρώπινες προτροπές, που οδηγούν έξω από αυτά τα πλαίσια, παραπληροφορούν και παραπλανούν. Και αλλοιώνουν την συνείδηση του επισκόπου και την ζωή της Εκκλησίας. Είναι καινές και κενές θεολογικές επινοήσεις που δεν θεμελιώνονται στην Αγία Γραφή και δεν εναρμονίζονται με την πλούσια εμπειρία της Εκκλησίας.
Αδελφοί μου, προσευχηθήτε εκτενώς γιά όλους τους επισκόπους, που σηκώνουν αυτόν τον βαρύ σταυρό.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων