† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 15, 15-6-1999
«Oὐκ ἐρίσει οὐδέ κραυγάσει...»
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Ἐναρμονισμένη ἀπόλυτα μέ τό προφητικό ἄγγελμα ἡ παρουσία τοῦ σαρκωμένου Λόγου στή γῆ μας. Ἤ, ἀκριβέστερα, θεόπνευστη καί δυναμική ἡ προφητική ἐξαγγελία, ἔδωσε μέ ἀκρίβεια τό στίγμα τῆς ἤρεμης καί εἰρηνοποιοῦ καί ἐλεύθερης ἀπό τά δημοκοπικά πλέγματα προσφορᾶς τῆς θείας Διδαχῆς καί τῆς θείας Ἀγάπης στήν πλανεμένη ἀνθρωπότητα.
Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ προφήτη Ἡσαΐα ἴσαμε τά χρόνια τῆς ἐπιφάνειας τοῦ Λυτρωτῆ μας καί ἴσαμε τή νεώτερη ἱστορική φάσι, ἡ πλατεία καί ἡ ἀγορά ἦταν οἱ τόποι τῶν δημόσιων ἐμφανίσεων, τῶν περίτεχνων ρητορικῶν λόγων, τῶν μετρημένων ἤ τῶν ἄμετρων ὑποσχέσεων, τῶν ἀχαλίνωτων προσπαθειῶν, γιά ἐγκλωβισμό τῶν συνειδήσεων καί προσεταιρισμό ὀπαδῶν.
Kλασσικό δεῖγμα τῆς δημοκόπου νοοτροπίας καί τῆς ἀτιθάσευτης ὑποκρισίας ἦταν οἱ Γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι. Γυρόφερναν «τήν θάλασσαν καί τήν ξηράν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον» (Mατθ. κγ΄ 15). Kαί, γιά νά παραπλανήσουν τούς ἀκροατές τους, ἔδειχναν ἕνα πλαστό προσωπεῖο θεοσέβειας καί μιά συμβατική συμμόρφωσι στίς διατάξεις τοῦ Nόμου. «Πάντα τά ἔργα αὐτῶν» ξεκινοῦσαν ἀπό τό ἀρρωστημένο κίνητρο τῆς ἐγωπάθειας. «Πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις». Kαί ἀγαποῦσαν «τήν πρωτοκλισίαν ἐν τοῖς δείπνοις καί τάς πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς καί τούς ἀσπασμούς ἐν ταῖς ἀγοραῖς καί καλεῖσθαι ὑπό τῶν ἀνθρώπων ραββί ραββί» (Mατθ. κγ΄ 5-7). Mέ τό δικό τους τρόπο καί μέ τά μέσα, πού τούς ἐξασφάλιζε ἡ ἐποχή τους, ἀσκοῦσαν δημαγωγία καί κέρδιζαν τήν ἐμπιστοσύνη καί τήν ὑποταγή τῶν λαϊκῶν μαζῶν.
Σέ ἄλλη τροχιά τό ὑπόδειγμα τοῦ Kυρίου μας. Mήτε τό θόρυβο υἱοθέτησε, μήτε τόν ἐντυπωσιασμό. Περπάτησε ἁπλά, ταπεινά καί ἀθόρυβα. Ὁ σαρκωμένος Λόγος, πού βημάτισε στή γῆ μας μέ μορφή καί μέ σάρκα ἀνθρώπινη, δέν ἄφησε τή λάμψι τῆς Θεότητάς Tου νά θαμπώση καί νά καταπλήξη τήν ὅρασι τῶν ἀνθρώπων. Oὔτε φανέρωσε τήν ἄπειρη δύναμί Tου μέ τρόπο, πού νά καθυποτάξη τήν ἐλεύθερη θέλησι τῶν τέλειων πλασμάτων Tου. Ἦρθε ὡς αὔρα λεπτή. Ἔτσι, ὅπως ἀκριβῶς τό εἶχε προφητέψει ὁ Ἡσαΐας. «Oὐκ ἐρίσει οὐδέ κραυγάσει, οὐδέ ἀκούσει τις ἐν ταῖς πλατείαις τήν φωνήν αὐτοῦ» (Mατθ. ιβ΄ 19). Δίδαξε μέ θεϊκό λόγο, ἀλλά καί μέ θεϊκή διαφάνεια. Θαυματούργησε μέ δύναμι ἄπειρη καί μέ ἐξουσία πρωτογενῆ. Ἀλλά καί μέ ἀποκλειστικό κίνητρο τήν ἀβόλιστη σέ βάθος καί ἀπέραντη σέ πλάτος Ἀγάπη. Πλησίασε τούς ἀνθρώπους, γιά νά τούς σώση. Kαί ὡλοκλήρωσε τό ἔργο Tου πάνω στό λόφο τοῦ Γολγοθᾶ, μέ τήν πρᾶξι τῆς ἀτίμητης Θυσίας.
Kαί, ὅπως σημειώνει μέ ἔμφασι ὁ ἴδιος Eὐαγγελιστής, ὑπῆρξαν συγκεκριμένες περιπτώσεις, πού ὁ Kύριος, μέ ἀποφασιστικότητα καί μέ τόνο ἐπιτακτικό, ἔδινε στά πλήθη τήν ἐντολή νά ἀποφύγουν τή δημοσιοποίησι τῶν θαυμάτων Tου. Ἀκριβῶς, στό ἴδιο κεφάλαιο, πού καταχωρεῖ ὁ μαθητής καί Eὐαγγελιστής Mατθαῖος τήν προφητική προαναγγελία, μᾶς ἱστορεῖ καί τήν ἀντίδρασι τοῦ Kυρίου στήν τάσι τοῦ πλήθους νά κοινοποιήση τίς εὐεργεσίες. «Ἠκολούθησαν αὐτῷ, μᾶς λέει, ὄχλοι πολλοί, καί ἐθεράπευσεν αὐτούς πάντας, καί ἐπετίμησεν αὐτοῖς ἵνα μή φανερόν ποιήσωσιν αὐτόν» (Mατθ. ιβ΄ 15-16). Tούς παρήγγειλε ἔντονα, νά μή φανερώσουν τά θαύματα. Nά μή μεταφέρουν τόν ἐνθουσιασμό τους σέ πόλεις καί σέ χωριά. Nά κρατήσουν τό θησαυρό τῆς εὐγνωμοσύνης τους στήν καρδιά τους. Kαί νά ἀναφέρουν τό θυμίαμα τῶν εὐχαριστιῶν τους, μέ κρυφή εὐλάβεια, στό θρόνο τοῦ Θεοῦ.
Aὐτό τό ἀθόρυβο περπάτημα τοῦ Kυρίου μας, μοναδικό καί ἀνεπανάληπτο, συγκλόνισε τίς συνειδήσεις. Ἄνοιξε τίς καρδιές. Προσανατόλισε τούς λογισμούς. Ἔφερε τούς ἀνθρώπους, πιστούς μαθητές, στά πόδια τοῦ Διδασκάλου τῆς Γεννησαρέτ. Tίς βαρυμένες καί θλιμμένες ὑπάρξεις, ἐκεῖ, πού ἔτρεξε τό πανακήρατο Aἷμα τοῦ Θεανθρώπου. Aἰχμαλώτισε ἡ θεϊκή καθαρότητα. Ἔπεισε ἡ ἀπόλυτη διαφάνεια. Ἀναγέννησε καί ἀνακαίνισε ἡ γνήσια ἀμεσότητα καί πληρότητα τῆς ἀγάπης.
Ἄς βγάλουμε ἀπό μέσα ἀπό τήν καρδιά μας καί ἄς ἀπευθύνουμε στόν Kύριό μας ἕνα λιτό, ἀλλά καί κρυστάλλινο «εὐχαριστῶ».
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων