† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Τό ἀξίωμα-γέφυρα
Δέ δικαιοῦμαι νά ὑπερτιμήσω, ἀλλά οὔτε και νά ὑποτιμήσω τή δύναμη τοῦ ὀρθοῦ λόγου. Εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ εἰκόνα Του, μέσα μου. ῾Η εὐχέρεια, νά ἀνακαλύπτω τούς νόμους, πού ἰσορροποῦν τό σύμπαν. Νά ψηλαφῶ τίς σχέσεις, πού ὑπηρετοῦν τήν παγκόσμια ἁρμονία. Καί νά καταγράφω ὁλοένα καί περισσότερες γνώσεις στό ἡμερολόγιο τῆς προσωπικῆς μου ἐνημέρωσης ἤ καί στό κοινό ἡμερολόγιο τῆς πανανθρώπινης προόδου.
Οἱ διάδρομοι, πού ἀνοίγει ὁ ἀτίθασος λογισμός μου, εἶναι δυσεξαρίθμητοι καί ἀπέραντοι. Δάσος πυκνό, πού, στά ὅρια τῆς ἐπίγειας πορείας μου, δέν προλαβαίνω νά τό περπατήσω καί νά τό ἐξιχνιάσω. ῾Ωστόσο, καθώς ὁδοιπορῶ καί τό ψάχνω, βρίσκω, πώς ὅλοι οἱ δρόμοι τερματίζουν ἀπότομα στή μιά καί μοναδική πύλη. Στή δίοδο, πού φέρνει ἀπό τό ‘‘λογικό” στό ‘‘ὑπέρλογο”. ᾿Από τό ‘‘αἰσθητό” στό ‘‘ὑπέρ αἴσθηση”. ᾿Από τούτη τή μεριά ὑπάρχει ὁ πλατύς χῶρος, πού τόν κατακτᾶμε σταδιακά, ἀλλά καί ἔμπονα. Καί ἀπό τήν ἄλλη, ἡ ἀνέγγιχτη πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. ῾Η ὑπερούσια Παρουσία. ῾Η ἄπειρη Σοφία. ῾Η ἀπεριόριστη Δύναμη. ῾Η πρώτη αἰτία τοῦ κόσμου μας. ῾Η ἄρρητη ποίηση. Τό ἀπρόσιτο Φῶς. ῾Η ἐκθαμβωτική ἁγιότητα.
Στέκομαι καί σκέφτομαι. Καί ἀνακαλύπτω τή ‘‘λογική” γέφυρα, πού εἰσάγει ἀπό τό ‘‘ὁρατό” στό ‘‘ἀόρατο”, ἀπό τό ‘‘αἰσθητό” στό ‘‘ὑπέρ αἴσθηση”. Εἶναι ἕνα ‘‘λογικό” ἀξίωμα, θησαυρισμένο στήν Καινή Διαθήκη, πού λειτουργεῖ ὡς πέρασμα ἀπό τόν κόσμο, πού τόν ψηλαφοῦμε καί τόν προσδιορίζουμε ὁλοένα καί σαφέστερα, στόν κόσμο τόν ἀπροσπέλαστο καί ἀκατάλητο. Στήν αἰώνια δόξα καί στήν αἰώνια παρουσία τοῦ Θεοῦ.
Διαβάζω τό λογικό ἀξίωμα καί τό ἐπεξεργάζομαι: ‘‘πᾶς οἶκος κατασκευάζεται ὑπό τινος, ὁ δέ τά πάντα κατασκευάσας Θεός” (῾Εβρ. γ΄ 4). ῾Η ἐμπειρία ὅλων μας εἶναι ξεκάθαρη. Κατά τήν ἀτέρμονη ἱστορική διαδρομή, δέν ὑπάρχει τεχνικό ἔργο, πρόχειρη στέγη ἤ ἀρχιετεκτονικό ἀριστούργημα, πού νά ξεφύτρωσε μόνο του. Δέν ὑπάρχει δομημένο ὑλικό, πού νά δικαιολογεῖ τή θεωρία τῆς αὐτόματης γένεσης. ῞Ο,τι ὑπάρχει στόν πλανήτη μας, μικρό ἤ μεγάλο ἔργο, χοντροκομμένο προϊστορικό ἐργαλεῖο ἤ κομψοτέχνημα ἐπιδέξιου τεχνίτη, ἔχουν ὅλα τήν ἀναφορά τους καί τήν ἐξάρτησή τους ἀπό τήν ἔμπνευση τοῦ ἀνθρώπινου λογικοῦ καί ἀπό τήν ἱκανότητα τῶν χεριῶν του νά μεταποιοῦν τήν ἔμπνευση σέ ὁρατό καί χειροπιαστό καλλιτέχνημα.
Οἱ αἰῶνες κύλησαν. ῾Η ἀνθρωπότητα προχώρησε. Οἱ ἐπιστῆμες ὀργανώθηκαν. Οἱ γνώσεις πολλαπλασιάστηκαν. Καί τά ἔργα τῶν ἀνθρώπων στήθηκαν καί προβλήθηκαν στή ράχη τοῦ πλανήτη μας, ὡς ἔργα ἔμπνευσης καί ὡς σημάδια πολιτισμοῦ. Κανένα δέν ἀναδύθηκε ἀπό τό ‘‘μηδέν”. Κανένα δέν ἐμφανίστηκε ξαφνικά, ἀπό τήν ἀνυπαρξία. ῞Ολα ἔχουν ἀναφορά σέ τεχνίτη. Πολλά διατηροῦν πάνω τους τήν ἐτικέτα τοῦ δημιουργοῦ τους. Καί τά ὑπόλοιπα, τά πολλά, ἀκόμα καί μέσα στήν ἀνωνυμία τους, μαρτυροῦν, πώς εἶναι γενήματα τῆς ἀνθρώπινης ἱκανότητας.
Ἡ ἀπολυτότητα αὐτοῦ τοῦ ἀξίωματος ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο, ταπεινό προσκυνητή, στό θρόνο τοῦ Δημιουργοῦ τῆς παγκόσμιας ἁρμονίας. Τά μικρά ἔργα, τά κοσμήματα τῆς γῆς μας, τά ἔχουν πλάσει χέρια ἀνθρώπινα. Καί τούς ἄπειρους ἀστερισμούς, τήν πανέμορφη φύση, τούς ἀτέρμονες ὠκεανούς, τή χαρωπή βλάστηση, τά κτήνη τῆς γῆς καί τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ, τό λογικό καί ἐπιδέξιο ἄνθρωπο, τά ἔπλασε ὁ ἄπειρος, πάνσοφος καί παντοδύναμος Θεός. ‘‘Αὐτός εἶπε καί ἐγενήθησαν, αὐτός ἐνετείλατο καί ἐκτίσθησαν” (Ψαλμ. λβ΄ 9).
Ἄν κάποιος ἀγνοήσει ἤ παραβιάσει αὐτό τό λογικό ἀξίωμα, θά βρεθεῖ ἔξω ἀπό τήν περιοχή τοῦ ὀρθοῦ λόγου. Στό περιθώριο καί στό πεζοδρόμιο τῆς παραφροσύνης. Ἄν τό βάλει ὁδηγό στήν διερεύνησή του, θά δρασκελίσει τήν πύλη τῶν ἀνθρώπινων δισταγμῶν καί θά ἀρχίζει νά βηματίζει ἐκεῖ, πού ὑπάρχει τό μυστήριο, ἀλλά καί ἡ χάρη. Τό ἀπρόσιτο μέ τή μέθοδο τῆς ἀνθρώπινης γνωστικῆς μεθοδολογίας. ᾿Αλλά προσιτό μέσα στήν καταύγαση τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ.
Ο ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων