† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 111, 16-06-2003
Προσωπικοί προβληματισμοί
Μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Πῶς μπορῶ νά ἀπομονώσω καί νά διαφυλάξω τό δῶρο τῆς πίστης μέσα στό λαβύρινθο τῶν ἀτίθασων λογισμῶν μου ἤ νά περιφρονήσω τούς κυματισμούς, πού κλονίζουν τήν ἐπανάπαυσή μου; ῾Η προβολή ἤ ἡ ὑπόμνηση ἤ ἡ ἀναμέτρηση μέ τήν πίστη ἐνεργοποιοῦν μέσα μου τό αἴσθημα τοῦ δέους. Σέ κάποιες μάλιστα φορές φτάνουν νά κινητοποιοῦν καί τήν ἀντίδραση. Στοιχειοθετοῦν μιά ἀτέρμονη σειρά λογικῶν ἤ λογικοφανῶν ἐπιχειρημάτων, πού ἀντιμάχονται τόν προσανατολισμό μου καί τήν ἐμπιστοσύνη μου στόν πραγματικό, ἀλλά ὑπερβατικό, κόσμο τοῦ Θεοῦ.
Δεμένος βιολογικά μέ τήν ὑλική πραγματικότητα καί ὁδοιπορώντας, ἔμπονα, στό μονοπάτι τῆς ἱστορίας, νοιώθω οἰκειότητα καί ἄνεση, καθώς προσεγγίζω μέ τίς αἰσθήσεις μου τόν κτιστό κόσμο. ῞Οταν, γοητευμένος καί σέ κατάσταση ἔκστασης, ἐρευνῶ τήν ὀμορφιά του καί τήν ἀνέλιξή του. Κάποια πράγματα καί φαινόμενα τά ἀναλύω καί τά ἐξηγῶ μόνος μου. Μέ ἐρευνητικά ὄργανα τίς αἰσθήσεις μου. Καί μέ καθοδηγητή τίς ἐμπειρίες μου. Καί γιά κάποια ἄλλα -πολύπλοκα καί ἀπροσπέλαστα- δέχομαι τή σοφή ἑρμηνεία, πού μοῦ προσφέρουν οἱ ἐξειδικευμένοι ἐπιστήμονες καί οἱ ἐρευνητές τῶν ἱστορικῶν ἀναδομήσεων καί ἀνακατατάξεων.
Αὐτή ἡ δεσμευτική σχέση μου μέ τά ὑλικά δημιουργήματα καί μέ τούς ἐρευνητές τους μέ ἐντυπωσιάζει, ἀλλά καί μέ περιορίζει. Μέ ἐγκλωβίζει στό ὁρατό καί στό χειροπιαστό. Καί μέ κάνει νά θεωρῶ ὡς πλήρωμα ὕπαρξης καί γνώσης καί ἐμπειρίας τό “φάγωμεν καί πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν” (Α΄ Κορινθ. ιε΄ 32).
῞Ομως, τό πλέγμα τῆς ὑλικῆς κτίσης δέν εἶναι πανίσχυρο καί στεγανό, ἱκανό νά πνίξει μέσα μου τή δίψα γιά τήν ὑπέρτατη ἀλήθεια καί γιά τό πρόσωπο τοῦ ὑπερούσιου Δημιουργοῦ. ῎Ερχονται στιγμές, πού ἡ ἀνησυχία μου καί τά ἐρωτηματικά μου ἐγγίζουν τό ἔσχατο. Τό τελευταῖο ὅριο τοῦ ὑλικοῦ μας κόσμου. ᾿Εκεῖ οἱ αἰσθήσεις μου ἀδρανοῦν, ἐνῶ τά ἐρωτηματικά φορτίζουν τό λογισμό μου. Προβληματίζομαι γιά τό “πέραν τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου”. Γιά τήν πραγματικότητα, πού δέν τή φωτίζει ὁ προβολέας τῆς ἐπιστήμης καί δέν τήν ψαύει ἡ διαλεκτική τῆς φιλοσοφίας.
Εκεῖ σταματῶ. ᾿Αγωνιῶ καί συγκλονίζομαι. Ποιά μπορεῖ νά εἶναι ἡ ἀπόκρισή μου; Νά ἀποφανθῶ, πρόχειρα, δίχως στοιχεῖα χειροπιαστά καί δίχως λογική ἁλυσίδα ἐπιχειρημάτων, πώς ἀπό κεῖ καί πέρα ἐκτείνεται τό “μηδέν” καί τό “χάος”; ῾Η ἀπόφανσή μου αὐτή δέ θά ἔχει ἔρεισμα. Θά εἶναι καθαρή αὐθαιρεσία. Πλάσμα ἀχαλίνωτης φαντασίας, πού ἀντιστρατεύεται στίς ἐμπειρίες μου καί ἀκυρώνει τή λογική μου. ῎Αν δέν ὑπάρχει ὁ κόσμος τοῦ πνεύματος, ἄν πίσω καί πάνω ἀπό τήν ἀπέραντη καί ὑπέρκαλη Δημιουργία δέν κυριαρχεῖ ὁ ἄπειρος καί αἰώνιος Θεός, πῶς μποροῦμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι νά ἑρμηνεύσουμε τήν ἐναρμόνιση τῶν κτισμάτων καί τήν τάξη, πού κυριαρχεῖ στό ἀχανές σύμπαν; ῎Αν ὁ κόσμος μας εἶναι προϊόν τύχης, μέ ποιά λογική καί μέ ποιά δυναμική ἡ τύχη συγκρότησε τήν ἁρμονία; Ποιά συναρμογή τυχαίων περιστατικῶν γέννησε τήν ἀνθρώπινη σκέψη μας καί ἔδωσε τήν ὤθηση γιά τήν ἐκστρατεία τῆς γνώσης καί γιά τή συναρμογή τῆς πολυδαίδαλης ἐπιστήμης μας;
Ἐγώ, ὡς ἄνθρωπος καί τά δισεκατομμύρια τῶν συνανθρώπων μου, πού θηλάζουμε ὅλοι μαζί τόν πλανήτη μας καί πασπατεύουμε τό ἀπέραντο σύμπαν, ἀποτελοῦμε τή θαυμστή σύνθεση ὕλης καί πνεύματος, πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἀναζήτηση τοῦ αἰώνιου Πνεύματος. “᾿Εκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καί χάριν ἀντί χάριτος” (᾿Ιωάν. α΄ 16). ῞Ολοι μας πήραμε δωρήματα ἀπό τόν ἀνεξάντλητο πλοῦτο τῆς τελειότητας τοῦ Θεοῦ. Καί ἀντλήσαμε τή μιά χάρη μετά τήν ἄλλη καί τήν ἁλυσίδα τῶν εὐλογιῶν, πού ὁλοκληρώνουν καί ἀναδεικνύουν τήν ὕπαρξή μας. ῎Αν δέ γινόμασταν ἀποδέκτες ὅλων αὐτῶν τῶν εὐλογιῶν, δέ θά ἤμασταν ὀντότητες. Δέ θά νοιώθαμε λογικές καί ὑπεύθυνες ὑπάρξεις. Μέ προσωπικό στοχασμό καί μέ λόγο, πού μεταφέρει στήν τράπεζα τῆς κοινῆς μελέτης καί τῆς κοινῆς γνώσης τό θησαύρισμα τοῦ πνεύματός μας. Μέ δικαίωμα ἐλεύθερης ἐπιλογῆς. Μέ εὐθύνη γιά τίς ἀποφάσεις μας καί γιά τίς πράξεις μας.
Ἡ ὕπαρξή μας, μέ ὅλο τόν πλοῦτο της καί τά χαρίσματά της εἶναι ὁ μεγάλος μας δάσκαλος, πού μᾶς χειραγωγεῖ στήν ἀναζήτηση καί στήν προσέγγιση τοῦ Θεοῦ. “Κατά τήν τέχνην τήν ἐν ἐμοί, ὅσῃ σοφίᾳ κατεσκευάσθη μου τό σῶμα κατανοήσας, ἐκ τοῦ μικροῦ τούτου κατασκευάσματος, τόν μέγαν δημιουργόν ἐνόησα” (Γρηγορίου Νύσσης: Ποιήσωμεν ἄνθρωπον...). Παρακολουθώντας τήν τεχνική ἀρτιότητα τῆς ὕπαρξής μου, καί κατανοώντας τή σοφία μέ τήν ὁποία εἶναι κατασκευασμένο τό σῶμα μου, ὁδηγοῦμαι, ἀπό τό μικρό τοῦτο τεχνούργημα, στήν κατανόηση τοῦ μεγάλου Δημιουργοῦ. Προσεγγίζω καί καταθέτω τήν πίστη μου στόν ἀπροσπέλαστο Νοῦ. Στήν ἄπειρη Σοφία. Στήν ἀπεριόριστη ᾿Αγάπη. Στήν Πηγή τῆς ζωῆς. Στή Δύναμη, πού καταξιώνει τήν ὕπαρξή μου.
Ο ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων