† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἄρθρο ἀπό τό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», τεῦχος 204, 1 Μαΐου 2007
Ἔμπονη διάγνωση
Μητροπολίτου Ἀττικῆς και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Οἱ φίλοι ἄθεοι, διαγράφουν ἀπό τή συνείδησή τους καί ἀπό τήν καθημερινή πρακτική τους τό ὅραμα τῆς πίστης. Καί ἀφήνουν νά πλανᾶται στόν ὁρίζοντα τοῦ λογισμοῦ τους καί τῶν ὁραματισμῶν τους, ὡς μοναδικό ἐνδεχόμενο πληρότητας καί ὑπαρξιακῆς καταξίωσης, τό πακέτο εὐαισθησιῶν, πού κομίζει καί ἐπαγγέλλεται ἡ σύγχρονη πολιτικο-οικονομική κουλτούρα. Ἀποδέχομαι τό δικαίωμα τῆς ἐλεύθερης ἐπιλογῆς. Δικαιοῦμαι, ὡστόσο, νά καταθέσω στό τραπέζι τοῦ διαλόγου, σέ πρῶτο πλάνο, τά ἐρωτήματα, πού ἀναδύονται ἀπό τά βάθη τῆς ὕπαρξής μου καί, σέ δεύτερο, στοιχεῖα ἀπό τήν προσωπική μου ἐμπειρία.
Ἄραγε, ποιό εἶναι τό περιεχόμενο αὐτοῦ τοῦ πολυδιαφημισμένου πακέτου; Ποιά ἀνοίγματα προοπτικῶν εἰσηγεῖται στό μοναχικό ὁδοιπόρο τοῦ βίου; Ποιά σωστικά σημάδια χαράσσει στόν πολυδαίδαλο δρόμο του; Ποιές ἐγγυήσεις τοῦ προσφέρει, γιά καταξίωση τοῦ προσώπου του; Ποιές βεβαιότητες καί ποιές ἐλπίδες ἐμφυτεύει στήν ἀνήσυχη ψυχή του;
Ἡ κονσερβοποιημένη καί παράτολμα ἐκλαϊκευμένη ἀθεΐα τῶν ἡμερῶν μας στέκεται ὑπερήφανη μπροστά σέ κάθε ἀντιρρησία τῶν θέσεών της καί ἀπαντάει: Τό μεγάλο, τό ἀτίμητο δῶρο, εἶναι ἡ ἀποδέσμευση ἀπό τά “ταμπού” καί τίς ἠθικές προσταγές, πού ὕψωσαν οἱ αἰῶνες τῆς ἀμάθειας καί τῶν προκαταλήψεων. Τό γκρέμισμα τῶν ἐμποδίων, πού στενεύουν τό δρόμο. ῾Η ἀπελευθέρωση ἀπό τά συμβατικά σχήματα, πού παγιδεύουν τήν ἀπόλαυση καί φυλακίζουν τόν ἄνθρωπο στό καβούκι τῆς κακομοιριᾶς. Τό ἀθεϊστικό κίνημα -ἰσχυρίζονται οἱ φίλοι μας ἄθεοι- ἐπαναστατικό καί ὁρμητικό, γκρεμίζει ἀπό τό βάθρο τῆς ὑπέρτατης ἀξίας τό Θεό, πού δέν τόν γνωρίζουμε καί δέν τόν ψηλαφοῦμε. Καί ἐνθρονίζει, στή θέση τῆς ἐκστατικῆς δόξας καί τῆς ἀξεπέραστης τιμῆς, τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα, δίνοντάς της στό χέρι τό σκῆπτρο τῆς ἀπόλυτης ἐξουσίας καί τό ὑποσχετικό τῆς ἀπεριόριστης ἀπόλαυσης.
Ὁ ἀπολυτοποιημένος ἀνθρωποκεντρισμός καί τό ὑποσχετικό τῆς ἄμετρης εὐμάρειας, πού διαφημίζει ἡ ἀθεΐα, εἶναι φανερό, ἔχουν μαγέψει τόν ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας. Τόν ἔχουν κατακυριεύσει. Θά τολμοῦσα νά πῶ, ὅτι τόν ἔχουν ἐξανδραποδίσει. Ἡ κτήση τῆς ὕλης καί ἡ ἱκανοποίηση τῆς σάρκας ἔφτασαν νά ὁριοθετοῦν, γιά τόν μοντέρνο ἄνθρωπο, τό νόημα τῆς ζωῆς του. Καί κολπώνουν, μόνο αὐτά, τά ὄνειρά του στόν ἀγώνα τῆς καθημερινότητας. Οἱ ντιρεκτίβες τῶν μεγάλων Ὀργανισμῶν, οἱ σχεδιασμοί τῶν ἐξουσιαστῶν τῆς ἡμέρας, οἱ προπαγανδιστικές ἤ διαφημιστικές κορῶνες τῶν Μέσων τῆς Ἐνημέρωσης, εἶναι κουρδισμένα, ὅλα, στόν ἴδιο τόνο. Καί σαλπίζουν τό ἴδιο ἐγερτήριο. Παρατεῖστε τό βύθισμα στόν ἄγνωστο χῶρο τοῦ ὑπερβατικοῦ. Ζεῖστε τό “ἐδῶ” καί τό “σήμερα”. Ἀπολαῦστε. Εὐτυχεῖστε. Γεμεῖστε τή βίβλο τῆς ζωῆς σας μέ χαρωπή περιπέτεια καί μέ πληρότητα ἱκανοποίησης.
Μιά πρώτη ἀντίδραση: Αὐτό τό σύνθημα δέν εἶναι καινούργιο. Δέν εἶναι ἐφεύρημα τοῦ νεωτερικοῦ κλίματος, πού προέκυψε μέ τήν ἔκρηξη τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης καί μέ τήν πρόοδο τῆς ἐκλεπτυσμένης τεχνολογίας. Στήν ἐπιστολή πού ἀπηύθυνε ὁ ἀπόστολος Παῦλος στούς Φιλιππήσιους, συναντῶ τήν πονεμένη ἀναφορά του στή νοοτροπία καί στήν τάση τῶν ἐραστῶν τῆς ρωμαϊκῆς εὐμάρειας. Καί τή συναντῶ συνοδευμένη μέ τό ἀγαπητικό κλάμα: “Πολλοί γάρ περιπατοῦσιν,-οὕς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δέ καί κλαίων λέγω, τούς ἐχθρούς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ,... ὧν ὁ Θεός ἡ κοιλία καί ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν” (Φιλιπ. γ’ 18, 19). Ἡ συρρίκνωση τοῦ ὁρίζοντα καί ἡ ὀργάνωση τῆς προσωπικῆς ζωῆς στά πλαίσια τῶν ἐμπορευματοποιημένων προδιαγραφῶν τῆς εὐμάρειας, δέ σηματοδοτοῦν πληρότητα καί δέν καταξιώνουν τή μιά καί μοναδική διάβαση ἀπό τή γέφυρα τῆς ζωῆς. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος “κλαίων ἔλεγε”. Ὁ λόγος του ἦταν ἐξαγόρευση, γεμάτη πόνο. Πού, ὁπωσδήποτε, τήν ὑπαγόρευε ἡ φορτισμένη ἐμπειρία του.
Κρατεῖστε τήν Παύλεια ἐμπειρία στό λογισμό καί στήν καρδιά. Καί σκύψτε γιά λίγο στό σημερινό πρόβλημα. Ἀκούστε τίς φωνές διαμαρτυρίας ἤ τούς στεναγμούς, πού ἐκφράζουν τό ψυχικό σφίξιμο τῶν συγχρόνων μας καί πιστοποιοῦν τό ἀδιέξοδο. Εἶναι ἀτύχημα, ἀδόκητη τραγικότητα, τό ὅτι ἡ δική μας, καθημερινή, ἐμπειρία δέν ἀποστασιοποιεῖται ἀπό τήν ἐμπειρία τοῦ Ἀποστόλου μας. Οἱ ἀδελφοί μας, οἱ χωρίς Θεό, οἱ χωρίς ἐλπίδα, χάνουν τό νόημα τῆς ζωῆς, λοιώνουν μέσα στήν ἀπόγνωση καί στήν κατάθλιψη. Οἱ στατιστικές, ἀπανωτές, χτυποῦν καμπάνα κινδύνου. Ἐπισημαίνουν, ὅτι ἕνα μεγάλο, ἕνα μέγιστο ποσοστό τοῦ ἀνθρώπινου δυναμικοῦ, στίς ἀναπτυγμένες καί χειραφετημένες κοινωνίες μας, ὑποφέρουν ἀπό ἔλλειψη νοήματος καί ἀπό βαρειά κατάθλιψη. Ἡ πλησμονή τῆς εὐμάρειας τούς ἔφερε στήν ἀνορεξιά τοῦ κορεσμοῦ. Καί ἡ ἱκανοποίηση τῶν ὀρέξεων, πού κάποτε τούς ἐνεργοποιοῦσε, κατάντησε ρουτίνα καί κάματος.
Αὐτή ἡ πραγματικότητα, πού τή συναντᾶμε σέ κάθε μας βῆμα καί πού τή θρηνολογοῦν, ἀσταμάτητα, τά ἀνοιχτά παράθυρα τῆς ἐνημέρωσης, εἶναι μιά ἀπ᾿ τίς ἀπροσδόκητες παρενέργειες τοῦ μοντέρνου, ἀθεϊστικοῦ προσανατολισμοῦ μας. Τοῦ ἐγκλεισμοῦ τοῦ προσώπου μας στό “ἐδῶ” καί στό “τώρα”. Στήν ὕλη καί στή σάρκα. Καί τῆς ἀποστροφῆς τοῦ βλέμματος ἀπό τήν πύλη τοῦ Οὐρανοῦ, ἀπό τήν ὁποία ἐκπορεύεται ἡ ἄπειρη Ἀγάπη καί ἡ αἰώνια καταξίωση.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων