† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἄρθρο ἀπό τό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», τεῦχος 231, 16 Ἰουνίου 2008
Τό ἱστορικό ἀπόκτημα
Μητροπολίτου Ἀττικῆς και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Στήν ἀγορά τῆς καθημερινότητας πέφτουν βροχή τά ροδοπέταλα τῶν “ἀνανεωτικῶν” ὑποσχέσεων. Διαχέουν, ἀπ᾿ ἄκρη σ᾿ ἄκρη τοῦ πλανήτη, καινούργιες, μεθυστικές ἀρωματικές συνθέσεις “προοδευτικῆς” ἐμπειρίας. Καί διεγείρουν τίς πλατειές μάζες γιά νέα δοκιμή καί πλουσιότερη ἀπόλαυση. Ἡ πρόκληση, πανίσχυρη. Ὁ ἐπηρεασμός καί ἡ αἰχμαλωσία τῶν αἰσθήσεων, ἄμεσα. Τό χτεσινό σταμπάρεται, μονομιᾶς, ὡς ἐντελῶς ξεπερασμένο. Ἀσύμβατο μέ τά ὁράματα τῆς ραγδαίας, ἐξελικτικῆς πορείας καί, εἰδικότερα, τῆς ἀνάγκης ἀδέσμευτης καί ἀπεριόριστης, κλιμακωτῆς ἀναβάθμισης τοῦ ἀτόμου. Καί ἀπορρίπτεται, δίχως τήν παραμικρή ἀναστολή. Τό σημερινό, ἡ ἰδεολογία ἤ τό ἐμπόρευμα τῆς φωτισμένης, μαγευτικῆς βιτρίνας, γίνεται ἀποδεκτό, ὡς χρηστικό τῆς προόδου καί τῆς ἐγγυημένης καταξίωσης. Ἀλλά καί αὐτό, μόνο ὅσο διαρκεῖ ἡ ἡμέρα τῆς διαφήμισης. Γιατί ἐλπίζεται καί προσδοκᾶται, ὅτι ἡ ἀνατολή τῆς ἑπόμενης, τῆς “αὐριανῆς” ἡμέρας, θά φέρει ἀνανεωμένες προτάσεις καί νεότερα, ἐντελῶς ἐκμοντερνισμένα σχήματα βίου.
Τό πρῶτο ἐρώτημα, πού ταράσσει τό νοῦ καί κλονίζει τήν ἐμπιστοσύνη στή φλύαρη “προοδευτική” προπαγάνδα, τό γεννάει στή νηφάλια συνείδηση ἡ διαπιστωμένη καί γενικά ἀποδεκτή, ἰλιγγιώδης ταχύτητα τῶν εἰσαγόμενων ἀλλαγῶν. Ἡ πυκνότητα ἀντικατάστασης τῶν πλάνων τῆς δημοσιογραφικῆς καί τῆς τηλεοπτικῆς διαφήμισης. Ἡ ταχύτητα ἀπόρριψης τῶν σχημάτων καί τῶν ὁραμάτων, πού οἰστρηλατοῦσαν, ἴσαμε χτές, τήν ἀνθρώπινη γενιά. Καί ἡ ἐπικέντρωση τῶν ἀκτίνων τῆς προπαγανδιστικῆς ὑπόδειξης στά σχήματα καί στίς προτάσεις ζωῆς, πού μόλις σήμερα προβλήθηκαν στόν πίνακα, ὡς τά καινούργια πλάνα προόδου, συνοδευμένα μέ λαμπερότερα εὔσημα ἐκσυγχρονισμοῦ καί πλουσιότερης μέθεξης εὐτυχίας.
Ἄραγε, πότε πρόλαβε ὁ φίλος ἐκμοντερνιστής τῆς διπλανῆς πόρτας, νά ἐξαντλήσει τήν ἐμπειρική δοκιμή του καί τή διαδικασία τῆς ὑπεύθυνης ἀξιολόγησης τῶν σχημάτων τῆς “χθές”, πότε ἔφτασε στό ἠλεγμένο καί μετρημένο συμπέρασμα, ὅτι τά ὁράματα τοῦ χτεσινοῦ σχήματος καί τά ψυχικά φτερουγίσματα, πού προκαλοῦσαν, ἦταν πιά, ὅλα, (μά ὅλα), “πεπαλαιωμένα” καί “ἄχρηστα” καί ὅτι ἡ μόνη ἀνοιχτή ἔκβαση ἦταν ἡ φυγή ἀπό τό “συντηρητισμό”, ἀπό τό μελαγχολικό, ἀνόρεχτο βηματισμό στή μούχλα τῶν παλιῶν ἀντιλήψεων; Καί πότε πρόλαβε νά τσεκάρει καί νά πειστεῖ, πώς τό ἄνοιγμα τῶν νέων δρόμων ἐλευθερίας καί εὐτυχίας, πού τοῦ λανσάρεται τούτη τή μέρα, δέν εἶναι πλαστή διαφήμιση, ἀλλά σοφή, προοδευτική πρόταση;
Ἀπό τή στιγμή, πού ἡ ταχύτητα τῶν ἀλλαγῶν εἶναι ραγδαία καί καθημερινή καί ἀπό τή στιγμή, πού οἱ ἐγγυήσεις γιά τήν ἐκπλήρωση τοῦ “προοδευτικοῦ” ὁράματος προσφέρονται ἀπό κυκλώματα πολιτικῆς ἤ οἰκονομικῆς σκοπιμότητας (καί αὐτό εἶναι ὁλοφάνερο), δίχως τά συνοδευτικά ἐνημέρωσης γιά τίς τυχόν παρενέργειες, πού μποροῦν νά σύρουν τήν ὕπαρξη στήν ἀποτυχία καί στήν ἀπόγνωση, πῶς διακινδυνεύει ὁ φίλος, συνοδοιπόρος τῆς ζωῆς, τή βίαιη μετακίνηση ἀπό τή δοκιμασμένη καί, σέ σημαντικό βαθμό, καταξιωμένη ἐμπειρία του “χτές”, ἀπό τήν ἐμπειρία του πατέρα του ἤ τοῦ παπποῦ του; Καί μέ ποιά ἐσωτερική ἀνάπαυση, μέ ποιά κάρτα ἀσφάλειας ἐπιχειρεῖ τό τολμηρό βῆμα τῆς αὐτοπαράδοσης στόν προπαγανδιστή τῶν σημερινῶν, τολμηρῶν, “προοδευτικῶν” ἀνοιγμάτων, πού δέν τολμάει, οὔτε κἄν τό σκέφτεται, νά ντουμπλάρει τό προπαγανδιστικό του μήνυμα μέ ἐγγυητικά ἀπαραίτητων εὐσυνείδητων δοκιμῶν καί μέ ἔντιμες, σοβαρές πιστοποιήσεις, πώς οἱ χρῆστες τῶν ἰδεολογικῶν καί πολιτιστικῶν “προϊόντων” τῆς νεωτερικότητας, δέν κινδυνεύουν νά συρθοῦν στήν περιθωριοποίηση καί στή σκοτεινιά τῆς ἀποτυχίας;
Καί τό δεύτερο ἐρώτημα: Πράξη στά ἐπιστημονικά καί στά τεχνολογικά κέντρα ἔρευνας, ἀλλά καί στίς μονάδες σοβαρῆς μελέτης τῶν ἀνθρωπολογικῶν προβλημάτων, εἶναι ἡ κάθε πρόταση νά περνάει ἀπό σοβαρή, μακροχρόνια δοκιμασία, νά ἐλέγχεται ἡ ἀποτελεσματικότητά της καί ἡ ἀντοχή της, ὥστε νά ἀποδεικνύεται θετικό βῆμα προόδου στή γνώση καί στήν ἐμπειρία. Μέ δεδομένη αὐτή τήν ἐμπειρία, ποιά ἐξασφάλιση ἔχει ὁ τολμηρός ἀποδέκτης τῶν καθημερινά ἐναλασσόμενων, ἐμπορευματοποιημένων προτάσεων νοηματισμοῦ τῆς ζωῆς, πού δέ στηρίζεται καί δέ δεσμεύεται στήν πλούσια ἐμπειρία τῶν προγενέστερων; Πῶς νά πετάξεις, ἀλόγιστα καί ἀνεξέταστα, τίς ἐπιτυχίες ἤ καί τά λάθη τῶν προγόνων σου, καί νά προσχωρήσεις στίς εἰσηγήσεις καί στή νοοτροπία τῆς ἀδιάκοπης ἀλλαγῆς, πού ὡς μόνη φίρμα διαθέτουν τήν ἐπαγγελία τοῦ ἀέναου ἐκμοντερνισμοῦ καί τῆς δυναμικῆς ἀπόρριψης τῆς γλυκειᾶς, κατασταλαγμένης βεβαιότητας τῆς παραδοσιακῆς, ἀργῆς ἀλλά σταθερῆς, ἐξέλιξης; Ἄν τό χτεσινό μοντέλο ἀκτινοβολοῦσε ὀμορφιά, σκόρπιζε ἄρωμα ἐξαγνισμένης ψυχῆς, ἐνέπνεε τό θαυμασμό, καλοῦσε σέ συνέχιση καί βελτίωση, πῶς νά τό ἀπορρίψεις καί νά ζητήσεις νόθες ἐμπειρίες στό σουπερμάρκετ τῆς παγκόσμιας σκοτεινῆς συναλλαγῆς;
Θά μοῦ ἐπιτραπεῖ νά φωτίσω ἕνα περιστατικό. Σέ μιά παρτίδα τηλεοπτικῆς διαφήμισης τῶν μοντέρνων ἰδεῶν, ἕνας “ὑπερσύγχρονος” δημοσιογράφος βρῆκε τήν εὐκαιρία νά παγιδέψει μιά ἀξιοσέβαστη γερόντισσα μέ τήν ἐρώτηση: Ἄραγε, στήν ἐποχή σου, ποιός ἦταν ἀφέντης στό σπίτι, ὁ ἄντρας ἤ ἡ γυναίκα; Καί ἐκείνη, μέ ὕφος γλυκύ, ἀλλά καί σοβαρό ἀπάντησε: Γιόκα μου, ἐμεῖς αὐτά δέν τά ξέραμε. Εἴχαμε ἀγάπη. Καί δέ σκεπτόμασταν τίποτα ἄλλο. Δέν παραδέχεστε, ὅτι αὐτή ἡ ἀπάντηση ἀποκαλύπτει ἕνα ἀνεκτίμητο θησαύρισμα ἐμπειριῶν; Ὅτι εἶναι πλοῦτος, ἀποκτημένος μέ κόπο καί μόχθο; Πῶς νά διανοηθεῖς νά τόν ἀρνηθεῖς, νά τόν πετάξεις, γιά νά βάλεις στή θέση του τά φευγαλέα αἰσθήματα τῆς σύγχρονης ἐποχῆς, πού τή μιά μέρα φέρνουν κοντά τίς δυό ὑπάρξεις καί τήν ἑπόμενη γεμίζουν τίς ψυχές τους μέ μίση καί μέ διάθεση ἀλληλοκαταστροφῆς;
Τά ἱστορικά μας ἀποκτήματα, πού πέρασαν ἀπό τό δοκιμαστήριο τῆς ἀντοχῆς, πού ἔγιναν βιώματα καί θησαυρίσματα, δέν πετιῶνται στά ἄχρηστα. Εἶναι οἰ ἀκρογωνιαῖοι λίθοι τῆς ζωῆς καί οἱ ἐγγυήσεις, πώς ἡ συνέχιση τῆς οἰκοδομῆς πάνω σ᾿ αὐτούς ὁδηγεῖ στήν πλουσιότερη καρποφορία καί σέ φωτεινότερη καταξίωση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων