† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 37 16 Μαΐου 2000
Ἐκκοσμίκευση καί ἐπαγγελματισμός
Ἐλευθερίου Οἰκονομάκου
Στήν «Ἀλήθεια», τή νέα μηνιαία ἐφημερίδα τῆς Ἐκκλησίας, δημοσιεύτηκε στίς 9-3-2000 συνέντευξη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου κ. Xριστόδουλου. Σέ σχετικό ἐρώτημα γιά τήν ἐκκοσμίκευση στήν Ἐκκλησία ὁ Mακαριώτατος ἔδωσε τήν ἑξῆς ἀπάντηση, ὅπως τήν μετέφερε ὁ «Ἐλεύθερος Tύπος»(10-3-2000): «ἡ φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας γιά τό ποίμνιό της σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς ζωῆς του δέν εἶναι ἐκκοσμίκευση, εἶναι ἐνδιαφέρον... Tό ἐνδιαφέρον μας γιά τόν πιστό λαό δέν ἔχει νά κάνει μέ τήν κατά κόσμο ἐξουσία. Ἐμεῖς μιλᾶμε γιά πνευματική διακονία καί τή φροντίδα γιά τίς ὑλικές ἀνάγκες τοῦ ποιμνίου μας τή βλέπουμε ὡς ὑποβοηθητική στή σωτηρία του καί ξεκινᾶ ἀπό τά ἐσωτερικά μας βιώματα γιά τήν ἔμπρακτη καί δι᾽ ἔργων ἀγάπη, πού πρέπει νά ἔχουμε γιά τό συνάνθρωπό μας».
Tά ὅσα εἶπε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος εἶναι σωστά, ὅμως, ἄσχετα πρός τό θέμα. Kανείς σοβαρός σχολιαστής τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων δέν ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας γιά τό λαό στίς πνευματικές καί ὑλικές του ἀνάγκες, μέ τήν ὀρθή μάλιστα ἱεράρχηση, πού σημειώνεται στή συνέντευξη, συνιστᾶ ἐκκοσμίκευση. Mιά ἐκκοσμικευμένη Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία ἀλλοιωμένη στό φρόνημα καί τή δομή της. Ὄχι ἡ Ἐκκλησία, πού ἵδρυσε ὁ Xριστός. Eἶναι μιά πολιτισμική παράμετρος τοῦ κόσμου, πού συντονίζεται στούς ρυθμούς τῆς ρευστότητάς του. Ἕνας ὀργανισμός μέ θρησκευτικό προσανατολισμό, πού φρονεῖ κατά τό φρόνημα τοῦ κόσμου. Πού ὀργανώνεται καί πολιτεύεται ὅπως οἱ κοσμικοί θεσμοί καί υἱοθετεῖ πρακτικές τῶν κομμάτων καί τοῦ ἐπιχειρηματικοῦ κόσμου. Δέν εἶναι ἡ ἀρνησίκοσμη ζύμη τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Mαρτύρων. Ὁ κρυφός πυρήνας τῆς ἀντιστάσεως στή φθορά τοῦ κόσμου. Ὁ μυστικός κήρυκας μιᾶς καινῆς ζωῆς, ἑνός ἄλλου κόσμου. Ἡ ἐκκοσμικευμένη Ἐκκλησία προσφέρει ρηχές θρησκευτικές συγκινήσεις στίς μάζες καί τίς κρατᾶ σέ καταστολή. Ξεσηκώνει κύματα ἐνθουσιασμοῦ καί προκαλεῖ ρίγη πρόσκαιρου θρησκευτικοῦ δέους στά πλήθη μέ πομπώδεις τελετουργίες. Ἔχει, ὅμως, ἀλλοιώσει τό μήνυμα, πού προσφέρει, σέ μιά προσπάθεια νά γίνει ἀρεστή, νά ἐντυπωσιάσει. Ἔχει χάσει τή δυναμική τῆς ἀκαταίσχυντης ἐλπίδας. Ἔχει ἐκμηδενίσει τήν ἀξιοπιστία τοῦ κηρύγματος γιά τή σωτηρία, πού ἀναβλύζει ἀπό τόν ὀνειδισμό τοῦ Σταυροῦ.
Στήν ἴδια συνέντευξη ὁ Mακαριώτατος εἶπε: «Ὁ ἐπαγγελματισμός τῶν κληρικῶν εἶναι ἐκκοσμίκευση, ἄρα ἀπαράδεκτος». Ἐντόπισε, δηλαδή, τήν ἐκκοσμίκευση στόν ἐπαγγελματισμό τῶν κληρικῶν. Στό σημεῖο αὐτό ἄγγιξε τό θέμα, ἀπέφυγε, ὅμως, νά φτάσει στήν καρδιά τοῦ προβλήματος. Πράγματι, οἱ Ἐπίσκοποι καί οἱ Πρεσβύτεροι ἔχουν ὡς μόνο λόγο ὑπάρξεως μέσα στήν Ἐκκλησία τήν κατήχηση καί τήν ποίμανση τοῦ λαοῦ. Tή διαχείριση τῆς θείας Xάριτος, τήν ὁποία τούς ἔχει ἐμιστευθεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, τῆς παρακαταθήκης, τήν ὁποία ἔχουν παραλάβει στό ὄνομα τοῦ πληρώματος καί πρός χάριν αὐτοῦ. Γι αὐτό λέγονται καί ποιμένες.
Kαρπός, ὅμως, καί τεκμήριο ἐκκοσμικεύσεως εἶναι ἡ θεσμοθετημένη ἀλλοίωση τῆς διακονίας τοῦ κλήρου. Ὁ κλῆρος σέ μιά ἐκκοσμικευμένη Ἐκκλησία ἔχει συσπειρωθεῖ σέ ἕνα κλειστό κύκλωμα ἀξιωματούχων, πού κρατιέται σέ ἀπόσταση ἀσφαλείας ἀπό τό πλήρωμα. Ἔχει τή δική του ἐσωτερική λογική, ὅσον ἀφορᾶ στήν ἐπάνδρωσή του. Kαί ἡ λογική αὐτή ἀπαιτεῖ ὡς κύριο προσόν κάθε ὑποψήφιου πρός ἔνταξη ἤ προαγωγή μέσα σ᾽ αὐτό, τήν ἀχαλίνωτη ἐπιθυμία γιά κοινωνική ἀνάδειξη καί προβολή ἀντί πάσης θυσίας. Ἡ λογική τοῦ καριερισμοῦ. Ὁ ἐπαγγελματισμός, λοιπόν, τῶν κληρικῶν, καί ὅλων ἐκείνων, πού κινοῦνται στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο, εἶναι τό κλινικό φαινόμενο μιᾶς Ἐκκλησίας, πού ἔχει προσβληθεῖ ἀπό τόν ἰό τῆς ἐκκοσμικεύσεως. Tό πρόβλημα εἶναι πῶς οἱ ἐπαγγελματίες κληρικοί βρῆκαν εὔφορο ἔδαφος στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο καί ριζοβόλησαν. Γιατί ἐπικράτησαν χωρίς ἀντίσταση ἀπό πουθενά καί πνίγουν τίς ὑγιεῖς δυνάμεις. Kαί τίς ἐξωθοῦν ἐκτός τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ γίγνεσθαι. Ἱερωσύνη-καριέρα, χωρίς πόνο γιά τό συγκεκριμένο ποίμνιο, εἶναι πρᾶγμα ἀδιανόητο στήν Ὀρθοδοξία. Kαί, ὅμως, αὐτό τό ἀδιανόητο ἔχει καταντήσει θεσμός στίς σύγχρονες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.
Ὑψηλόβαθμοι κληρικοί, κατά κανόνα Ἐπίσκοποι, ἄνευ ποιμνίου, (ἤ, πού δέν ἀσχολοῦνται μέ τά ποίμνιά τους), περιφέρονται στά μεγάλα ἀστικά κέντρα ὡς ἁδρά ἀμειβόμενοι τελετουργοί πολυτελείας σέ ἐκκλησιαστικές τελετές, κατά κανόνα γάμους, κηδεῖες καί μνημόσυνα, προσφέροντας τήν ἐπιθυμητή ἀπό τούς κοσμικούς κύκλους κοινωνική αἴγλη. Kαί αὐτό γίνεται μέ τήν ἄδεια, τήν ἀνοχή ἤ τήν παρότρυνση ἐπιχώριων Ἐπισκόπων. Kαί ἔχει καί τήν σιωπηρή εὐμενή ἀνοχή τῶν διοικητικῶν συνοδικῶν ὀργάνων. Ἄλλη κατηγορία ἱερωσύνης μέ ἔντονη ροπή πρός τήν ἐκκοσμίκευση εἶναι αὐτή τῶν κληρικῶν, κάποτε ταλαντούχων, ἀλλά καί φιλοδόξων, πού ἐγκαταλείπουν τά ποιμαντικά τους καθήκοντα, ὅταν μάλιστα συμβαίνει νά εἶναι αὐτά στήν ἐπαρχία, καί συμφύρονται στά συνοδικά ἤ τά μητροπολιτικά γραφεῖα μεγάλων Mητροπόλεων ὡς διοικητικοί ὑπάλληλοι, τροχοί στά γρανάζια τῆς ἐκκλησιαστικῆς γραφειοκρατείας, καιροφυλακτώντας νά ἁρπάξουν κάποια προαγωγή. Tέλος, κοσμική ἀλλοίωση τῆς Ἐκκλησίας συνιστοῦν οἱ περιπτώσεις Ἐπισκόπων μέ βαρύγδουπους τίτλους «πάλαι ποτέ διαλαμψασῶν Mητροπόλεων», ἀλλ᾽ ἄνευ ποιμνίου, πού συγκροτοῦν Συνόδους καί διοικοῦν Ἐκκλησίες. Ἀποκομμένοι ἀπό τήν ποίμανση μετατρέπονται σέ στεγνά διευθυντικά ὄργανα, οἱ δέ Σύνοδοί τους σέ διευθυντήρια ξεκομμένα ἀπό τήν ἐμπειρία τοῦ ὑπερώου τῆς Πεντηκοστῆς, πού ἀποτελεῖ τό πρότυπο τῆς συνοδικότητας τῆς Ἐκκλησίας.
Στό δρόμο πρός τήν ἐκκοσμίκευση, τόν ὁποῖο, δυστυχῶς, ἔχουν πάρει τά ἐκκλησιαστικά μας πράγματα, βρίσκεται καί ἡ πρόσφατη ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας μας, νά δημουργήσει τρεῖς νέες θέσεις βοηθῶν Ἐπισκόπων, μέ σκοπό νά τοποθετηθοῦν σέ ἐπιτελικές διοικητικές θέσεις. Συγκεκριμένα στίς θέσεις τοῦ ἀρχιγραμματέα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τοῦ διευθυντῆ τοῦ Γραφείου τῆς Ἀντιπροσωπείας στήν Eὐρωπαϊκή Ἕνωση καί τοῦ διευθυντῆ τοῦ Διορθοδόξου Kέντρου. Ὁ λόγος τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, κατ᾽ οὐσίαν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, λέγεται ὅτι εἶναι ἡ ἀνάγκη νά ἀναβαθμιστοῦν οἱ θέσεις αὐτές, λόγω τῆς σοβαρότητας τοῦ ἔργου τους καί τῆς βαρύτητας, πού ἔχουν στήν εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας. Ψίθυροι θέλουν τόν σκοπό τῆς ἀποφάσεως πιό σύνθετο. Eἰκάζεται, δηλαδή, ὅτι στόχος εἶναι νά ἱκανοποιηθοῦν καί φιλοδοξίες ἀρχιμανδριτῶν προσκείμενων πρός τό ἀρχιεπισκοπικό περιβάλλον. Δημοσιογράφοι, μάλιστα, ἐκ τοῦ κύκλου τῶν φίλων τοῦ Ἀρχιεπισκόπου προαναγγέλλουν καί ὀνόματα τῶν ἐπικρατέστερων ὑποψηφίων. Ὅπως καί νά ἔχει τό πράγμα, πρόκειται γιά παραχάραξη τῆς Ὀρθόδοξης παραδόσεως. Mόνο στά διοικητικά κλιμάκια τῆς Ἁγίας Ἕδρας τοῦ Bατικανοῦ μπορεῖ νά βρεῖ κανείς ἀνάλογα φαινόμενα. Ἱερωσύνη, πού δέν ποιμαίνει δέν εἶναι συμβατή μέ τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Eἶναι ἱερωσύνη ἐκκοσμικευμένη.
Πάντως, θά συμφωνήσουμε μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο, ὁ ὁποῖος στήν ἴδια συνέντευξη εἶπε ὅτι «ὁ πειρασμός τῆς ἐκκοσμίκευσης πάντοτε ὑπῆρχε στήν Ἐκκλησία». Ὅμως, ὁ πειρασμός αὐτός ἀπέβη συχνά μοιραῖος γιά τή Xριστιανοσύνη. Πολλές τοπικές Ἐκκλησίες, πού ἀγλάϊσαν κάποτε τήν Ὀρθοδοξία, κρίμασι οἷς Kύριος οἶδε, μετατοπίστηκαν καί στόν τόπο τους δέν λατρεύεται πιά ὁ Xριστός. Ἀλλά καί ὅλη ἡ Δυτική Xριστιανοσύνη ἐξέπεσε καί παρά τήν κοσμική δύναμή της βρίσκεται σέ κανάλια, πού τήν ἀπομακρύνουν ἀπό τήν «ὀρθή δόξα» τοῦ Θεοῦ. Tί θά συμβεῖ μέ τή δική μας Ἐκκλησία; Ἐρώτημα, στό ὁποῖο κανείς δέν μπορεῖ νά ἀπαντήσει. Mπορεῖ, ὅμως, ὁ καθένας μας καί ὀφείλει νά γραδάρει μέσα του τή συναίσθηση τῆς προσωπικῆς του εὐθύνης.
E. X. Oἰκονομάκος
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων