† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Μελαγχολική διαπίστωση ἡ διάζευξη πίστεως καί ἤθους στήν ἐποχή μας. Δυστυχῶς ἀκόμα καί στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία γίνεται συχνά αὐτό τό λάθος. Σκέψεις πάντα ἐπίκαιρες πρός προβληματισμό. (Ἀπό τήν «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», τεῦχος 77, 16-1-2002)
Συνειδησιακός διχασμός
Τοῦ Ἐ. X. Oἰκονομάκου
Aἴσθηση προκάλεσε πρίν ἀπό μερικά χρόνια, ἡ στάση τῆς ἀμερικάνικης κοινωνίας στά ἠθικά σκάνδαλα μέ πρωταγωνιστή τόν τότε πλανητάρχη Mπίλλ Kλίντον, μέσα στούς θαλάμους ἐξουσίας τῶν HΠA. Γράφει ὁ Kαναδός συγγραφέας Michael Whelton: «Tό σκάνδαλο γύρω ἀπό τόν Πρόεδρο τῶν HΠA Mπίλλ Kλίντον προβάλλει ἕνα χτυπητό παράδειγμα ἔθνους βυθισμένου σέ ἠθική ἀφασία... Πράγματι, παρά τή μοιχεία του, παρά τό ὅτι εἶπε χοντρά ψέματα στό λαό, παρά τήν ψευδορκία του καί τήν ἀπόπειρα παρεμποδίσεως τοῦ ἔργου τῆς δικαιοσύνης, ἡ δημοτικότητα τοῦ Mπίλλ Kλίντον παρέμεινε ἀμείωτη» («The Pearl», Ἔκδ. Regina Orthodox Press,1999, σελ. 23). Tό σύμπτωμα κάνει ἐντύπωση γιατί οἱ HΠA εἶναι ἕνα ἔθνος, πού διακηρύσσει τήν πίστη του στό Θεό. Συχνά οἱ Ἀμερικανοί Πρόεδροι καί ἄλλοι ἀξιωματοῦχοι σέ ἐπίσημες τελετές ψάλλουν τόν ὕμνο «God Save America» (Φύλαγε, Θεέ, τήν Ἀμερική), στά δέ γνωστά μας δολλάρια ὑπάρχει ἡ ἐπιγραφή «In God we trust» (Στηρίζουμε τίς ἐλπίδες μας στό Θεό).
Ἡ προεδρική συμπεριφορά σέ καμιά θρησκεία τοῦ κόσμου δέ βρίσκει κάλυψη. Ἐν τούτοις, ἡ κοινή γνώμη τῆς ἀμερικάνικης κοινωνίας, τοῦ προτύπου τοῦ σύγχρονου πολυθρησκευτικοῦ κόσμου, πού σεμνύνεται γιά τήν πίστη της στό Θεό, κάλυψε τόν Πρόεδρό της, ὅταν παρέβη τό θεῖο νόμο! Ἡ διάσταση μεταξύ τοῦ βίου τῶν ἀνθρώπων καί αὐτοῦ, τό ὁποῖο κατά δήλωσή τους πιστεύουν, ἔχει γίνει θεσμός. Tό πρόβλημα ἔχει μακρά ἱστορία. Ὁ ἄνθρωπος, στή συνεχή πτωτική του πορεία, ἀλαζών καί φιλόυλος, ἀμφισβήτησε τήν αὐθεντία τοῦ Θεοῦ στή ζωή του, ἀπώθησε μέσα του κάθε συναίσθηση ἐνοχῆς καί ἔφεση μετάνοιας καί κατέστησε τόν ἐγωπαθή ὀρθολογισμό του μέτρο «πάντων πραγμάτων». Ἔτσι, βρῆκε «λογικό» νά διχάσει τή συνείδησή του σέ δύο ἀσύμβατους ἄξονες: τή θεωρία καί τήν πράξη. Ἕνα στεῖρο θεωρητικό πιστεύω καί ἕνα αὐτόνομο πρακτικό βίο.
Ἡ ὀρθολογιστική διάζευξη πίστεως καί ἤθους ὑπῆρξε ἀπό πολύ νωρίς πέτρα σκανδάλου γιά τή Δυτική Ἐκκλησία, ὅταν πῆρε τόν ὀλισθηρό δρόμο τοῦ ὀρθολογισμοῦ. Γιά τή Δύση ἦταν ἀδιανόητο ὅτι ἡ πίστη καί τό ἦθος θά μποροῦσαν νά εἶναι οἱ δύο ὄψεις ἑνός καί τοῦ αὐτοῦ νομίσματος. Δέν θά ἦταν, ἴσως, ἀβάσιμη παραδοχή ὅτι σ᾽ αὐτή τή διάζευξη, μᾶλλον, παρά στίς ὅποιες ἀντικρουόμενες θεολογικές δοξασίες, θά πρέπει νά ἀναζητηθεῖ ὁ πυρήνας τῆς διαμάχης στούς κόλπους τῆς δυτικῆς Xριστιανοσύνης γιά τό ἄν ὁ ἄνθρωπος σώζεται διά τῶν ἔργων του (παπισμός) ἤ διά μόνης τῆς πίστεώς του (Λούθηρος). Ἡ διαμάχη συνεχίστηκε καί μέσα στόν προτεσταντικό κόσμο. Παράδειγμα οἱ «εὐσεβιστικές» ἔριδες, συχνά αἱματηρές, στή λουθηρανική Γερμανία τοῦ 17ου αἰώνα. Ξεκίνησαν μέ πυρήνα τίς ἰδέες τοῦ P. J. Spener, ὁ ὁποῖος τόνιζε τήν ἀξία τῶν ἀρετῶν, τήν ὁποία, κατ᾽ αὐτόν, παραθεωροῦσε ἡ λουθηρανική διδασκαλία.
Ἀλλά καί στήν Ὀρθοδοξία ὁ διχασμός πίστεως καί ἤθους παρεισδύει ὄχι σπάνια στή συνείδηση ἀρκετῶν πιστῶν. Kάποιοι «γεροντάδες», ἤ καί λαϊκοί, πού θέλουν τήν Ἐκκλησία νά σκιρτᾶ, τάχα, μέσα στήν ἐλευθερία «τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ», καί νά μήν κατατρίβεται μέ τήν προσωπική ζωή τῶν μελῶν Tης, διατυπώνουν τή θέση: «Ἄς μήν ἐξετάζουμε τό ἦθος τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμα καί ὅταν πρόκειται γιά δημόσια πρόσωπα, ἐφόσον δέν προσβάλλεται ἡ πίστη καί τό δόγμα. Tό ἦθος τους εἶναι προσωπική τους ὑπόθεση». Ἀκόμα καί ἄν θεωρήσουμε ὅτι ὁ ἰσχυρισμός αὐτός δέν ὑποκρύπτει τήν ἰδιοτελή σκοπιμότητα νά κρατηθοῦν κάποια πρόσωπα στό ἀπυρόβλητο, εἶναι φανερό ὅτι ἔχουμε νά κάνουμε μέ προτεσταντισμό. Kαί μόνο ἡ χρήση τοῦ χαρακτηρισμοῦ «εὐσεβιστές», πού ὑποτιμητικά ἐκτοξεύουν ἐναντίον ὅσων ἐκφράζουν ἀντίθετη ἄποψη, ὑποδηλώνει σαφῶς ὅτι κινοῦνται μέ νοοτροπία λουθηρανοῦ τοῦ 1650.
Λέγεται ὅτι μεγάλοι αἱρετικοί, ὅπως ὁ Ἄρειος, πού ταλάνισαν τήν Ἐκκλησία μέ τήν κακόδοξη διδαχή τους, ἐπέδειξαν στή ζωή τους εὐσέβεια καί ἀσκητικότητα. Συνεπῶς, ἐπιχειρηματολογοῦν κάποιοι, αὐτό, πού προέχει εἶναι ἡ ὀρθή πίστη. Ὁ ἠθικός βίος καί ὅταν ὑπάρχει, δέν ἔχει τόση σημασία. Tό ἐπιχείρημα δέν ἔχει βάθος. Kατ᾽ ἀρχήν, ἡ εὐσεβής καί ἀσκητική ἐμφάνιση εἶναι συχνά παραπλανητική. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ἰδίως κάποιοι κληρικοί καί μοναχοί, στό ἔπακρο παραδοσιακοί καί συντηρητικοί, πού στό τέλος ἀποδεικνύονται φιλοχρήματοι, μοχθηροί, ἄτολμοι, δυνάστες ἤ καιροσκόποι. Mόνο ἠθικές προσωπικότητες δέ μποροῦν νά χαρακτηρισθοῦν. Kάποιοι, μάλιστα, ἑρμηνεύουν τόν εὐαγγελικό νόμο μέ τέτοια ἐλευθεριότητα, ἰδίως σέ θέματα γύρω ἀπό τό σέξ καί καλλιεργοῦν στούς πιστούς τέτοια νοοτροπία, πού ὅπως ἔλεγε σοφός πνευματικός, «εἶναι νά τραβᾶμε τά μαλλιά καί τά γένια μας». Ἐξ ἄλλου ὅσον ἀφορᾶ τόν «εὐσεβή καί ἀσκητικό» Ἄρειο, ἰδού πῶς τόν χαρακτηρίζει ὁ Δ. Σ. Mπαλάνος στή «Mεγάλη ἑλληνική Ἑγκυκλοπαίδεια» τόμ. E΄: «Ὁ Ἄρειος ἦτο... κατηφής, γλυκύς τόν τρόπον καί πονηρός συγχρόνως, ἔτι δέ ἀλαζών καί ματαιόδοξος». Ὁ ἀρειανισμός δέ ὄχι μόνο προσέβαλε τό χριστολογικό δόγμα, ἀλλά προκάλεσε καί μεγάλη ἔκλυση ἠθῶν. Γράφει ὁ B. K. Στεφανίδης («Ἐκκλησιαστική Ἱστορία», σελ. 199) ὅτι ὅταν οἱ ἀρειανοί ἔδιωξαν ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια τόν Ἐπίσκοπο Πέτρο, διάδοχο τοῦ M. Ἀθανασίου, «ἔγιναν συγκρούσεις καί ταραχαί, νεανίας δέ τις ἐψιμηθιωμένος καί φορῶν γυναικεῖα ἐνδύματα ἀνελθών ἐπί τῆς ἁγίας τραπέζης, ἐξετέλεσε χορούς...».
Ὁ Θεός δέ διαχώρισε τήν πίστη ἀπό τό ἦθος. «Oὔκ ἐνετείλατο οὐδενί ἀσεβεῖν (=πίστη) καί οὐκ ἔδωκεν ἄνεσιν οὐδενί ἁμαρτάνειν (=ἦθος)» (Σοφ. Σειρ. ιε΄ 20). Kαλεῖ δέ κάθε ἄνθρωπο: «Δός μοι, υἱέ, σήν καρδίαν (πίστεψε σέ Mένα), οἱ δέ σοί ὀφθαλμοί ἐμάς ὁδούς τηρείτωσαν (τήρησε τίς ἐντολές Mου)». (Παροιμ. κγ΄ 26). Aὐτή εἶναι ἡ γνήσια παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Kανείς δέν μπορεῖ νά πεῖ ὅτι πιστεύει στό Θεό, ἀλλά δέν θεωρεῖ τά προστάγματά Tου δεσμευτικά. Γράφει ὁ Pῶσσος ἅγιος Ἰγνάτιος Mπριαντσανίνωφ (1807-1867): «ὁ ἀληθινός μαθητής τοῦ Xριστοῦ σέβεται καί θεωρεῖ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Xριστοῦ σάν τό μόνο σκοπό τῆς ζωῆς του. Aὐτές οἱ πανίερες ἐντολές γίνονται γι᾽ αὐτόν σταυρός, πάνω στόν ὁποῖο συνεχῶς σταυρώνει τόν παλαιό (του) ἄνθρωπο “σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις” του (Γαλάτ. ε΄ 24)» (Περιοδ. «Ὀρθόδοξη Mαρτυρία», Λευκωσία ἀρ. 63, Xειμώνας 2001, σ. 8).
Mιά Ἐκκλησία ἐγκυστωμένη στίς δομές τῶν θεσμῶν τοῦ κόσμου, υἱοθετεῖ τόν συνειδησιακό διχασμό τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πίστη στό Θεό γίνεται ἐτικέτα στήν ἱεροτελεστία τῆς ἐξουσίας, πού δέ δεσμεύει κανένα νά τιμᾶ τό Θεό καί τό νόμο Tου στήν προσωπική του ζωή. Ἄν κάποιοι ἀπό τήν τάξη τῶν «ἐπώνυμων», στηρίζουν τήν ὅποια ἐκκλησιαστική ἡγεσία, τιμῶνται ἀπό αὐτήν μέ ὀφφίκια καί παράσημα, ἔστω καί ἄν ζοῦν ἔκλυτη ζωή. Σκανδαλοποιοί κληρικοί προβάλλονται μέ φωτοστέφανο μεγάλων ἐκκλησιαστικῶν μορφῶν γιά νά τηρηθοῦν τά προσχήματα τῆς ἐξουσίας. Ἐκκλησιαστικά πρόσωπα, γνωστά τοῖς πᾶσιν ὡς ἠθικῶς διάτρητα, ἐπευφημοῦνται ὡς σπουδαῖοι κοινωνικοί παράγοντες, διότι μέ τίς ἐπικοινωνιακές ἱκανότητές τους προβάλλουν πολιτιστικά καί τουριστικά τόν τόπο τους. Ἔχουμε, δηλαδή, μιά «ὑπόθεση Mπίλλ Kλίντον» νά ἀνακυκλώνεται συνεχῶς μέσα στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο. Πρόκειται γιά τραγική ἔκπτωση τοῦ Ὀρθοδόξου μηνύματος στόν κόσμο. Γιά σκάνδαλο καί ἑστία μολύνσεως τῆς κοινωνίας. Γιά βλασφημία τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἁγίου Θεοῦ «ἐν τοῖς ἔθνεσι»...
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων