† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Τό ἄρθρο αὐτό δημοσιεύθηκε στό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 83, 16-4-2002
Τό εὖρος τοῦ προβληματισμοῦ
Μητροπολίτου Ἀττικῆς καί Μεγαρίδος Νικοδήμου
Προσπαθῶ νά διακριβώσω τό εὖρος τοῦ σημερινοῦ προβληματισμοῦ μας. Τήν ἀκτίνα τῶν ὁραματισμῶν μας. Τό περιεχόμενο καί τήν ποιότητα τῆς ἀγωνίας μας. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, οἱ φορτωμένοι μέ τά βάρη τῆς ἱστορίας καί τῆς ἐμπειρίας τῶν δυσεξαρίθμητων γενεῶν, πού μόχθησαν καί πόνεσαν καί στοχάστηκαν πρίν ἀπό μᾶς, πῶς ἀξιοποιοῦμε τήν ὀδύνη τους καί πῶς βιώνουμε τήν ἐπικαιρότητα. Πόσο καταξιώνουμε τήν προσωπικότητά μας, ὡς κληρονόμοι ἀτίμητης πνευματικῆς ζύμωσης, θετικῆς καί ἀρνητικῆς! Καί πόσο σημαδεύουμε μέ πράξεις γνήσιας εὐγένειας τά πρῶτα ἀνοίγματα τῆς τρίτης χιλιετίας!
Ψάχνω τά κείμενα, τά τυπώματα τῆς ἀνησυχίας μας καί τοῦ ἀγώνα μας. Κάνω ζάπινγκ στα κανάλια τῶν ὁρμητικῶν ρευμάτων τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ μας. Φωτογραφίζω τίς φυσιογνωμίες τῶν γύρω μου. Προσπαθῶ, μέ κάθε τρόπο, νά μυηθῶ στά ὁράματα, πού ἠλεκτρίζουν καί συνεπαίρνουν σήμερα τίς πλατιές μάζες καί τίς ἐντάσσουν στήν κοινή ἐκστρατεία γιά τήν κατάκτηση καί τή γεύση ἑνός ἄγνωστου ἴσαμε τώρα δέντρου γνώσης καί ἀπόλαυσης.
Καί ἐνῶ περιμένω ἕνα ἄνοιγμα ὁραματισμῶν καί προβληματισμῶν, ἕνα ἅπλωμα τοῦ ὀπτικοῦ πεδίου καί τῶν ἀναζητήσεων τῆς ὕπαρξης πέρα ἀπό τήν καθημερινότητα καί ἔξω ἀπό τό ὑλιστικό πλαίσιο τῆς εὐμάρειας, συναντάω τή στενόκαρδη ὀλιγάρκεια καί τόν ἀλόγιστο ἐγκλωβισμό τῆς ὕπαρξης στό “φάγωμεν καί πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν” (Α΄ Κορινθ. ιε΄ 32).
Ὁ χοντροκομμένος ἀτομισμός, ἡ ἀκόρεστη εὐμάρεια, ἡ καταναλωτική λαιμαργία, ἡ τηλεοπτική προβολή στά ἀνοιγμένα παράθυρα καί ὅ,τι θωπεύει τήν ἐπιθυμία τῆς σάρκας καί τήν περιέργεια τῶν ὀφθαλμῶν, ἐξαντλοῦν τίς ἀναζητήσεις μας καί καλύπτουν, μέ τό παραπάνω, τά ὄνειρά μας.
Ὅμως, σκύβοντας στήν Καινή μου Διαθήκη, στήν ἑστία τῶν ἄλλων ὁραμάτων καί στήν ἀποκάλυψη τῶν ἄλλων δρόμων καταξίωσης τῆς προσωπικότητας, ἀνακαλύπτω τοῦτο τό βαρυσήμαντο λόγο, πού τόν γέννησε καί τόν ἐξάγγειλε ἡ φλογισμένη καρδιά τοῦ μαθητή τῆς ἀγάπης, τοῦ Εὐαγγελιστοῦ ᾿Ιωάννη: “Πᾶν τό ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ πατρός, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ κόσμου ἐστί. καί ὁ κόσμος παράγεται και ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ, ὁ δέ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τόν αἰῶνα” (Α΄ Ἰωάν. β΄ 16, 17).
Κάποιοι, συνοδοιπόροι μου στήν ἀνηφόρα τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου αἰώνα, λογαριάζουν, ἴσως ἀφιλοσόφητα, ἴσως ἐπηρεασμένοι ἀπό τή μέθη τῆς πρόσκαιρης ἀπόλαυσης, ὅτι ἡ ἀποστολική αὐτή ἐπισήμανση γιά τήν προσκαιρότητα τῆς εὐμάρειας, σηματοδοτεῖ τόν τερματισμό τῆς ἐπίγειας ζωῆς μέ τό χτύπο τῆς καμπάνας τοῦ θανάτου. Λησμονοῦν, ὅτι τό ποτήρι τῆς ὑλικῆς ἀπόλαυσης καί τῆς συμβατικῆς εὐτυχίας μπορεῖ νά ἀδειάσει καί μέ μύριους ἄλλους τρόπους. Μιά ἀρρώστια, ἕνας χωρισμός ἀπό πρόσωπα ἀγαπημένα, ἕνα γλίστρημα στό ἀγώνισμα τῆς ἐπιβίωσης καί πολλά ἄλλα ἀπρόοπτα, μποροῦν νά φέρουν ἀνατροπή τῶν σχεδιασμῶν καί διάψευση τῶν ὀνείρων. Ξαφνικά, τά φῶτα σβήνουν. Ἡ χαρά πνίγεται. Ὁ πόνος καί ἡ ἀπογοήτευση θρονιάζονται στήν ψυχή. Καί τό εὖρος τοῦ προβληματισμοῦ ἀποδεικνύεται στενόχωρο καί ἀπρόσφορο.
Ὁ μαθητής τῆς ἀγάπης, ὁ Εὐαγγελιστής τοῦ μεγάλου μηνύματος, πού ἄνοιξε τούς ὁρίζοντες τῆς ἀνθρωπότητας, μᾶς ἀφυπνίζει καί μᾶς χειραγωγεῖ μέ τό λόγο του καί μέ τήν καρδιά του: “μή ἀγαπᾶτε τόν κόσμον μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ, ἐάν τις ἀγαπᾷ τόν κόσμον, οὐκ ἔστιν ἡ ἀγάπη τοῦ πατρός ἐν αὐτῷ” (Α΄ Ἰωάν. β΄ 15). Πέρα ἀπό αὐτό, πού βλέπετε γύρω σας καί σᾶς μαγεύει καί σᾶς κλέβει τά ὄνειρα καί πάνω ἀπό αὐτό, πού τό θεωρεῖτε ὡς τό πλήρωμα τῆς ζωῆς καί τῆς εὐτυχίας, ὑπάρχει ὁ Θεός. ῾Ο αἰώνιος Κύριος καί ὁ μεγάλος Πατέρας. Αὐτός ἀνοίγει τούς ὁρίζοντες τῆς αἰωνιότητας καί σᾶς προσκαλεῖ νά γίνετε μέτοχοι τῆς ἀγάπης Του καί τῶν εὐλογιῶν Του. Νά νοηματίσετε μέ ἄλλα ὁράματα τή γήινη ζωή σας. Καί νά νοιώσετε τήν ἀνάπαυση, στήν εὐρύτατη ἀγκαλιά Του, ἐκεῖ, πού ἀναπαύονται οἱ καταξιωμένοι ἅγιοί Του.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων