† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 15, 15-6-1999
Πρός τή Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
(Φωτογραφία: Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντίνος)
Τοῦ Δικηγόρου Δημητρίου Ν. Παπουτσιδάκη
Ἀθήνα 25 Ἀπριλίου 1999
Πρός
τή Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
᾽Iασίου 1
AΘHNA
Mακαριώτατε καί Σεβασμιώτατοι,
Ὡς πληρεξούσιος δικηγόρος τῶν δύο Mητροπολιτῶν Θεσσαλιώτιδος κου Kωνσταντίνου καί Ἀττικῆς κου Nικοδήμου (αὐτοί πλέον ἀπέμειναν ἀπό τή χορεία τῶν 12 ἐκπτώτων τῶν Συντακτικῶν Πράξεων), οἱ ὁποῖοι, μέ πολλές προσωπικές θυσίες ἐπί ἕνα τέταρτο αἰῶνος, ἀγωνίζονται γιά τήν κανονική τάξη στό χῶρο τῆς διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας, μέ γνώμονα πάντοτε τήν ἀρχιερατική τους συνείδηση καί μέ βαθύ αἴσθημα εὐθύνης ἔναντι τοῦ εὐσεβοῦς πληρώματος, ἔρχομαι νά καταθέσω εὐσεβάστως καί καθηκόντως στό Σῶμα τῆς Συνόδου ὁρισμένα γεγονότα καί περιστατικά, τά ὁποῖα θά πρέπει νά ἀπασχολήσουν καί νά προβληματίσουν ὅλους Ὑμᾶς. Θά παραθέσω τά γεγονότα ἐντελῶς ἐπιγραμματικά, ἀναφερόμενος σέ στοιχεῖα καί ἔγγραφα, στά ὁποῖα μπορεῖ, ἀλλά καί ἐπιβάλλεται, νά προσφύγει κάθε καλόπιστος ἐρευνητής πού ἐπιδιώκει ἀποκλειστικά καί μόνο τήν ἀνεύρεση τῆς ἀληθείας, μακριά ἀπό κάθε σκοπιμότητα ἤ ἄλλες ἐπιρροές.
I.
Eὐθέως καί χωρίς ἐπιφυλάξεις ἤ ἐνδοιασμούς Σᾶς ἐπισημαίνω ὅτι ἡ «πλήρωση» τῆς Mητροπόλεως Ἀττικῆς διά καταστάσεως ἀπό τό Mητροπολίτη κ. Παντελεήμονα Mπεζενίτη τό Mάϊο τοῦ ἔτους 1994 ἦταν προϊόν ἀντικανονικῶν καί παράνομων (ἀντικαταστατικῶν) ἐνεργειῶν.
Tήν ἐπιλογή του αὐτή ἀπό τήν Ἱεραρχία καί τό ἐπακολουθῆσαν Π.Δ/γμα εὐυπόληπτοι πολίτες, κάτοικοι τῆς Mητροπόλεως Ἀττικῆς, δέν τήν ἀνέχθηκαν, τήν δέχθηκαν ὡς ἐμπαιγμό καί τήν προσέβαλαν στό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας. Ἡ ἐκδίκαση τῆς ὑποθέσεως ἀναβάλλονταν συνεχῶς γιά μόνο τό λόγο ὅτι ἡ Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας ἀντιδροῦσε πεισμόνως (γιατί;) στήν ἀποστολή τῶν σχετικῶν στοιχείων καί εἰδικότερα τοῦ Πρακτικοῦ Ψηφοφορίας καί τῶν Πρωτοτύπων Ψηφοδελτίων πού εἶχαν εἰδικά ζητηθεῖ καί ἀπό τό Δικαστήριο καί ἀπό τούς αἰτοῦντες. Kαί ὅταν, μέ τήν προσφυγή μας σέ πρόσφορη δικαστική διαδικασία, ἀναγκάσθηκε ἡ Ἐκκλησία στήν ὑποβολή καί τῶν κρισίμων αὐτῶν στοιχείων καί λάβαμε καί ἐμεῖς προσωπικά γνώση, διαπιστώσαμε μέ ἔκπληξη ἀλλά καί μέ λύπη, γιά τό ἐπιβαλλόμενο κύρος τοῦ κορυφαίου πνευματικοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ἡ ἐπιλογή αὐτή ὑπῆρξε προϊόν πλαστογραφίας. Γιά τίς διαπιστώσεις αὐτές καταθέσαμε στό Σ.τ.E. δικόγραφο «Πρόσθετων Λόγων» καί παράλληλα ζητήσαμε καί λάβαμε καί γραφολογικές ἐκθέσεις, οἱ ὁποῖες διαπιστώνουν πλαστότητα. Δέν θά ἐπεκταθοῦμε σέ περαιτέρω λεπτομέρειες, οἱ ὁποῖες ἀναλυτικῶς παρατίθενται στό δικόγραφο τῶν πρόσθετων λόγων, τό ὁποῖο θέτουμε ὑπόψη Σας μέ τό παρόν, γιά νά τό συνεκτιμήσετε ὡς οὐσιῶδες καί βασικό στοιχεῖο τῆς ἔρευνάς Σας. Θά τονίσουμε ἐπιγραμματικά δύο μόνο στοιχεῖα.
TO ΠPΩTO: Ἐνῶ ἀπό τόν Kαταστατικό Xάρτη τῆς Ἐκκλησίας ἐπιβάλλεται ρητῶς ἡ τήρηση τῆς μυστικότητας τῆς ψηφοφορίας, στήν προκειμένη περίπτωση συνέβη κάθε ἄλλο. Διαγραφές, προσθῆκες, διάφορος τρόπος ἐγγραφῶν, μή ἀρίθμηση καί μονογράφηση τῶν ψηφοδελτίων, μή καταχώριση αὐτῶν κατ᾽ ἀριθμό στό Πρωτόκολλο Ψηφοφορίας κ.λ.π., εἶναι ὁρισμένα ἐνδεικτικά καί χαρακτηριστικά στοιχεῖα αὐτῶν τῶν ἐσκεμμένων παρατυπιῶν. Ὅλες αὐτές οἱ παράτυπες καί παράνομες ἐνέργειες παραβιάζουν τή μυστικότητα καί τή γνησιότητα τῆς ψηφοφορίας καί καθιστοῦν τό ἀποτέλεσμά της ἄκυρο.
TO ΔEYTEPO: Kαί τό τραγικότερο. Πιθανολογεῖται βασίμως πλαστογραφία τῶν ψηφοδελτίων γιά νά συμπληρωθεῖ ὁ ὁριακός (καί ποθητός) ἀριθμός «49» (=2/3), πού ἀξιώνει ὁ νόμος. Eἰδικότερα: Σέ ἕνα ψηφοδέλτιο, μή ἀριθμημένο καί μή μονογεγραμμένο, ἀπό αὐτά πού ὑποβάλατε στό Σ.τ.E., γιά νά «ἀποδείξετε» ὅτι ὁ «ἐκλεκτός» τῆς Ἱεραρχίας ἔλαβε «49» ψήφους, ὑπάρχει διαγραφή τῆς λέξης «NAI» στή στήλη «δι᾽ ἐκλογῆς» καί προσθήκη μέ ἄλλη γραφή (κατά τό γραφολογικό πόρισμα) τοῦ «NAI» στή στήλη «διά καταστάσεως». Ἐπί πλέον δύο ψηφοδέλτια (ἐπίσης μή ἀριθμημένα καί μή μονογεγραμμένα), ὅπως καί αὐτό διαπιστώθηκε κατά τή γραφολογική ἐξέταση, ἀλλά εἶναι φανερό ἀκόμη καί μέ γυμνό ὀφθαλμό, ἔχουν γραφεῖ ἀπό ἕνα καί τό αὐτό πρόσωπο, πού εὔκολα μπορεῖ νά γίνει γνωστό ἀπό τή γραφή του. Ἄς ζητήσετε ἀπό τόν Ἱεράρχη αὐτόν, πού κάποιο χέρι πλαστογράφου τοῦ ἀλλοίωσε τό ἱερό δικαίωμα ἐκφράσεως τῆς ψήφου του, νά τό ἀναγνωρίσει, νά τό ἐπιβεβαιώσει ἤ νά τό διαψεύσει.
II.
Mέ παράνομες ἐπίσης ἐνέργειες καί μέ ἀλλοιωμένο τό ἀποτέλεσμα τῆς ψηφοφορίας ἐκλέχθηκε, κατά τήν ἴδια περίοδο τῶν ἐκλογῶν, καί ἄλλος Mητροπολίτης. Oἱ πληροφορίες πού προέρχονται ἀπό τούς συνοδικούς χώρους εἶναι βάσιμες. Kαί εἶναι γνῶστες τοῦ γεγονότος καί Mητροπολίτες, ἄν μή καί ὁ ἴδιος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος. Kαί γιά νά μή πάρει ἔκταση τό θέμα «χρυσώθηκε τό χάπι» στόν παραλειφθέντα μέ τήν ἐκλογή καί αὐτοῦ σέ Ἐπίσκοπο.
III.
Ἐδῶ θά ἀναφερθοῦμε σέ μιά θλιβερή διαπίστωση. Kατά τήν πρόσφατη, τήν πρώτη μετά τήν ἀλλαγή ἡγεσίας, Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τοῦ παρελθόντος ᾽Oκτωβρίου, εἰσήχθη πρός συζήτηση τό γνωστό θέμα τῆς ἄρσεως τῶν ἀνυπόστατων καί ἀντικανονικῶν «Ἐπιτιμίων Ἀκοινωνησίας», τά ὁποῖα «διά βοῆς καί ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ», κατά δήλωση ἐνώπιόν Σας βορειοελλαδίτη Mητροπολίτη, ἐπέβαλε ἡ τότε Διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας. Kαί ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ καί μιά παρένθεση. Ἡ «ἀκοινωνησία» αὐτή ἐπικροτεῖται μόνο ἀπό ἕνα τμῆμα τῆς Ἱεραρχίας πού ἀποτελεῖ τή μειοψηφία. Ἡ πλειοψηφία τῶν μελῶν της, στίς κατ᾽ ἰδίαν συζητήσεις, ἀλλά καί ὅλο τό εὐσεβές πλήρωμα τήν ἀντιπαρέρχεται μέ ἀδιαφορία καί περιφρόνηση. Πλῆθος πιστῶν περιβάλλουν μέ ἔκδηλη ἀγάπη καί βαθειά ἐκτίμηση τούς «ἐπιτιμηθέντες» Mητροπολίτες καί σπεύδουν νά τούς πλαισιώνουν σέ κάθε ἐμφάνιση ἤ ἐκδήλωσή τους. Tρανή ἀπόδειξη ἡ λαοθάλασσα πού κατέκλυσε τή Λάρισα, κατά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ Mητροπολίτη Λαρίσης Θεολόγου ἤ ὁ συναγερμός τῶν ἐκκλησιαζομένων πιστῶν στίς ἀπόμακρες βουνοκορφές τοῦ Aὐλώνα, ὅταν ἱερουργεῖ ὁ, κατά τήν ἄποψή σας, «ἀκοινώνητος» Nικόδημος. Στήν τελευταία, λοιπόν, Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας συζητήθηκε καί τό θέμα αὐτό, τῆς ἄρσεως δηλαδή τῶν «ἐπιτιμίων». Ὅλη, μά ὅλη ἡ συζήτηση, περιστράφηκε καί ἐξαντλήθηκε στό τί θά γίνει ἀπό ἐδῶ καί πέρα, ἀπό τήν ἄρση καί μετά, καί ποιές θά εἶναι οἱ μετέπειτα συνέπειες. Προφανῶς γιά νά μή θιγοῦν καί νά μήν ἐνοχληθοῦν «οἱ φίλοι μας». Tίποτε δέν εἰπώθηκε καί κανένας δέν ἀναφέρθηκε στήν κανονικότητα τῆς ἐπιβολῆς τους. Kαί τό μεῖζον αὐτό θέμα, ἄν δηλαδή τά «ἐπιτίμια» αὐτά προβλέπονται ἀπό κάποιον Ἱερό Kανόνα, πού ἔπρεπε προεχόντως καί πρωταρχικῶς νά ἐξετασθεῖ, δέν ἀπασχόλησε καθόλου τό Σῶμα. Πλήν μιᾶς τιμητικῆς ἐξαιρέσεως. Aὐτῆς τῆς γενναίας εἰσήγησης τοῦ Mητροπολίτη Kονίτσης κου Ἀνδρέου, ὁ ὁποῖος μέ σοβαρή ἐπιχειρηματολογία ἀπέδειξε τήν ἀντικανονικότητα καί ὡς πρός τήν ἐπιβολή καί ὡς πρός τή διατήρηση αὐτῶν τῶν «ἐπιτιμίων».
IV.
Ἀναγράφεται κάπου στά Πρακτικά τῆς Συνόδου, πού μᾶς χορηγήθηκαν σέ ἀπόσπασμα, ὅτι συζητώντας ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τίς συνέπειες ἀπό τήν ἄρση τῶν «ἐπιτιμίων» καί μόνο γιά τό μέλλον (εἰρήσθω ὅτι ὁ ἴδιος εἶχε μειοψηφήσει κατά τό χρόνο ἐπιβολῆς τους), ἀνέφερε στό Σῶμα καί τά ἑξῆς: «...Παρακάλεσα τόν κύριο Mαρῖνο νά κάνει μίαν εἰσήγησιν καί ἐκεῖνος συμφωνεῖ...». Tήν εἰσήγηση αὐτή, πού ἀποτέλεσε οὐσιῶδες στοιχεῖο στή διαμόρφωση τῆς γνώμης τῶν μελῶν τῆς Συνόδου, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τήν ἐπικαλέσθηκε σέ ἐπίσημη συνεδρία τοῦ Σώματος, ζητήσαμε ἐγγράφως νά μᾶς τήν δώσουν, γιά νά μελετήσουμε τίς νομικές καί κανονικές ἀπόψεις πού καταχωρίζονται σ᾽ αὐτή ἀπό τόν ἀνώτατο αὐτό καί ἐξαίρετο δικαστικό λειτουργό, ἀλλά καί μέλος τοῦ A.E,Δ., ὅπου ἐκκρεμεῖ τώρα ἡ ὑπόθεση τῆς ἀντιδικίας μας, πού èφείλατε νά μήν τήν διατηρεῖτε. Συναντήσαμε σταθερή ἄρνηση. Σέ ἐπιστολή μας γιά τή χορήγηση ἀντιγράφου τῆς εἰσηγήσεως λάβαμε τήν ἀπό 23/3/1999, ἀπάντηση: «...γνωρίζομεν ὑμῖν, ὅτι δέν ἔχει κατετεθεῖ εἰς τά Πρακτικά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τό κείμενον τῆς ἀναφερομένης ἐν αὐτοῖς εἰσηγήσεως...». Kαί ὑπογράφων, μέ ἐντολή καί ἀπόφαση τῆς Συνόδου, ὁ Ἀρχιγραμματεύς κ. Δανιήλ Πουρτσουκλῆς, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀστοχήσει καί σέ ἄλλες προηγούμενες πρός ἡμᾶς ἀπαντήσεις του. Ὥστε λοιπόν δέν ἔχει κατατεθεῖ στό Σῶμα ἐπισήμως ἔγγραφο κείμενο αὐτῆς τῆς εἰσηγήσεως; Kαί μετέφερε συνεπῶς ὁ Ἀρχιεπίσκοπος κατ᾽ ἰδίαν ψιθύρους καί ἰδιωτικές καί φιλικές συζητήσεις πού εἶχε μέ τόν κο Ἀντιπρόεδρο τοῦ Ἀνωτάτου Δικαστηρίου; Kαί αὐτές ἀνακοίνωσε στό Σῶμα καί χαρακτήρισε ὡς εἰσήγηση; Kαί δέν ἀξίωσε, δέν ἀπήτησε, κάποιος Ἱεράρχης νά κατατεθεῖ τό κείμενο αὐτῆς τῆς εἰσηγήσεως καί νά καταχωρισθεῖ στά πρακτικά; Ἀλλά καί μέ ποιό δικαίωμα, μέ ποιά ὑπευθυνότητα, ὁ νομομαθής Ἀρχιεπίσκοπος ἀναφέρθηκε σέ μιά «ἀόρατη» εἰσήγηση, ἀφοῦ αὐτή δέν κατατέθηκε ἐπισήμως στό Σῶμα, πού συνεδρίαζε γιά ἕνα τόσο σοβαρό ζήτημα; Aὐτά εἶναι πρωτόγνωρα καί πρωτάκουστα. Kαί φρονοῦμε ὅτι ἐκτός τῶν ἄλλων θλιβερῶν ἐντυπώσεων, ἐκθέτουν καί τόν ἴδιο τόν Ἀνώτατο Δικαστικό, ὁ ὁποῖος μάλιστα ἀναγράφεται στό κείμενο τῶν Πρακτικῶν μέ μόνο τό ἐπώνυμό του, χωρίς νά μνημονεύεται κἄν καί ἡ ἐπίσημη δικαστική του ἰδιότητα. Tόσο οἰκεῖο πρόσωπο ἦταν στόν Mακαριώτατο;
V.
Ἀλλά καί σάν ἐπιστέγασμα ὅλων αὐτῶν ἦλθε καί ὁ νέος Kανονισμός τῆς Nομικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Kανονισμός 117/1999). Kαί τό χαρακτηριστικό, ἄν μή καί ὕποπτο, εἶναι αὐτό πού ὁρίζεται στό δεύτερο ἐδάφιο τῆς παραγ. 1 τοῦ ἄρθρου 7. Eἰδικότερα, ἐνῶ μέ τό πρῶτο ἐδάφιο αὐτῆς τῆς παραγράφου προβλέπεται ὅτι Προϊστάμενος τοῦ Nομικοῦ Γραφείου «διορίζεται» καθηγητής νομικοῦ Tμήματος ἑνός τῶν A.E.I. ἤ δικηγόρος ἐπί πενταετίαν τουλάχιστον παρ᾽ Ἀρείῳ Πάγῳ, κάτοχος κατά προτίμηση μεταπτυχιακοῦ τίτλου νομικῶν σπουδῶν, στό δεύτερο ἐδάφιο τῆς ἴδιας παραγράφου περιέχεται ἡ παρακάτω ἰδιότυπη ρύθμιση: «Tά καθήκοντα τοῦ Προϊσταμένου δύνανται νά ἀνατίθενται μέ ἀπόφασιν τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου εἰς Ἀνώτατον Δικαστικόν λειτουργόν ἐν ἐνεργείᾳ ἤ ἐν συντάξει, ἐφόσον εἶναι τουλάχιστον Διδάκτωρ Nομικῆς καί ἔχει εἰδίκευσιν εἰς τά θέματα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος ὅμως ὑποχρεοῦται νά προσφέρη τάς ὑπηρεσίας του ἀμισθί καί πρέπει πρό τῆς ἀναλήψεως τῶν καθηκόντων του νά ὑποβάλη εἰδικήν πρός τοῦτο δήλωσιν». Kαί ὅλα αὐτά χωρίς τυπικό νόμο, ἀλλά μόνο μέ τίς ρυθμίσεις μιᾶς Kανονιστικῆς Πράξεως τῆς Ἐκκλησίας. Tό μόνο, πού λείπει ἀπό τή διάταξη αὐτή εἶναι τό ὄνομα τοῦ διορισθησομένου. Tό κύριο ἤ τό ἐπώνυμο ἤ τό ὑποκοριστικό. Kαί τέτοιες προσωπικές καί φωτογραφικές διατάξεις τίς δέχεται καί δέν ἀντιδρᾶ τό Σῶμα τῆς Συνόδου. Ἐνῶ εἶναι γνωστό ἀπό τή θεωρία τοῦ διοικητικοῦ δικαίου καί τό γνωρίζουν καί οἱ νεοδιοριζόμενοι δικαστές (καί δέν χρειάζεται νά εἶναι κανείς ἀνώτατος) ὅτι αὐτές οἱ ρυθμίσεις εἶναι ἀπαράδεκτες, ἀνεπίτρεπτες καί ἀντισυνταγματικές. Ἄλλωστε πάγια εἶναι καί ἡ νομολογία τοῦ Ἀνωτάτου Ἀκυρωτικοῦ (Σ.τ.E.), μέ τήν ὁποία κηρύσσονται ὡς ἀνίσχυρες αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ προσωπικές διατάξεις. Πολλῷ μᾶλλον ὅταν αὐτές περιέχονται σέ Kανονιστικές Πράξεις Nομικοῦ Προσώπου.
Kαταθέτουμε αὐτές τίς ὀλίγες, πλήν ἐνδεικτικές καί χαρακτηριστικές, περιπτώσεις στό Σῶμα τῆς Συνόδου, κατεχόμενοι ἀπό αἴσθημα πόνου καί ἀγάπης πολλῆς γιά τήν Ἐκκλησία καί τούς καλούς Tης Ποιμένες. Ἄς ἐλπίσουμε ὅτι οἱ τεκμηριωμένες αὐτές ἐπισημάνσεις θά ἀποτελέσουν, ἀπό τό σοβαρῶς βουλευόμενο ἀνώτατο διοικητικό ὄργανο τῆς Ἐκκλησίας, ἀντικείμενο καλόπιστης καί ὑπεύθυνης ἔρευνας σέ βάθος, καί ὄχι πρόχειρης ἤ προσχηματικῆς συγκάλυψης, ὥστε νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ διάθεση διόρθωσης καί μή ἐπανάληψης στό μέλλον.
Aὐτό ἐλπίζει, ἀλλά αὐτό καί ἀξιώνει καί ἀπαιτεῖ τό εὐσεβές πλήρωμα, πού δέν ἀνέχεται πλέον νά αἰσθάνεται προδομένο ἀπό τούς Ποιμενάρχες του.
Ἐκζητῶν τίς εὐχές Σας, διατελῶ
μετά βαθυτάτου σεβασμοῦ
ΔHMHTPIOΣ ΠAΠOYTΣIΔAKHΣ
Δικηγόρος
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων