Ὀρθός λόγος-Πίστη
Στήν ἔσχατη κούρσα τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα, ὅταν τά σχήματα τοῦ ὑπαρκτοῦ σοσιαλισμοῦ φυλλορρόησαν καί οἱ πολιτικές καί οἰκονομικές ἀνακατατάξεις μετατόπισαν, τεχνητά, τήν προβληματική καί ἀναπροσδιόρισαν τούς κανόνες τοῦ διεθνοῦς παιχνιδιοῦ, ἡ ἀθεΐα δέν πέρασε στό ράφι τῆς ἀχρηστίας ἤ, ἔστω, τῆς ἀχρησίας. ῎Εμεινε στό κέντρο τῆς καινούργιας διαμάχης. Φορμαρισμένη στίς ἀπαιτήσεις τῆς ἐποχῆς. ᾿Αλλά πιστή στήν ἀρχική της ἐπιδίωξη. Μέ νέο σύνθημα τή σύντηξη τῶν θρησκευτικῶν βιωμάτων τῶν λαῶν τῆς οἰκουμένης, ἐπιχειρεῖ νά δημιουργήσει μιά ὑπερθρησκεία, μιά ἑσπεράντο θρησκευτική γλώσσα, πού θά ἀπαλείφει τίς ἰδιαιτερότητες, θά ἐκφυλίζει τά βιώματα καί θά καναλιζάρει, μεθοδικά, τούς ἀνθρώπους στήν ἐρημιά τῆς ἀθρησκείας. Νά ὑψώνουν στό βωμό τῆς λατρείας τήν εὐμάρεια. Νά προσκυνοῦν, ὡς ὑπέρτατη ἀξία τόν ἄνθρωπο. Καί νά περιφέρονται “ὡς ἐλπίδα μή ἔχοντες καί ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ” (᾿Εφεσ. β΄ 12).
Βημάτισα καί ἐγώ, μαζί μέ ὅλους τούς συγχρόνους μου, στά ἱστορικά μονοπάτια αὐτῆς τῆς μεταλλαγῆς, παγωμένος ἀπό τόν τρόμο τῆς “χτεσινῆς” καί τῆς “σημερινῆς” ἐμπειρίας καί φορτωμένος μέ τήν προβληματική τῆς “αὐριανῆς” ἐξέλιξης. Τό πρόσθετο, πού ἔχω νά καταθέσω, σάν προσωπική γεύση καί σάν συμβολή στό διάλογο, εἶναι ὅτι κράτησα τήν πίστη μου. Τή διατήρησα καί τή διατηρῶ, ἀκόμα καί σήμερα, στό φυλακτήριο τῆς ψυχῆς μου. Περπατῶ τόν ἀνώμαλο δρόμο, μέ λυχνάρι τήν πίστη στό Θεό καί μέ σύντροφο τή θεϊκή ἀγάπη. Καί τώρα, μετά τή δοκιμή τῆς ὀδύνης, διακρίνω, πώς δέν εἶμαι μόνος σ᾿ αὐτό τό δρόμο. Πολλοί συνάνθρωποί μου στηλώνουν τό βλέμμα στό Πρόσωπο καί στόν κόσμο τοῦ Θεοῦ. ᾿Αναζητοῦν, ἐναγώνια, τήν “καινή κτίση” (Β΄ Κορινθ. ε΄ 17) καί τήν ἐλπίδα “τήν ἀποκειμένην ἐν τοῖς οὐρανοῖς” (Κολασ. α΄ 5).