† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντῖνος
Ἱεραποστολή ἐν μέσῳ διωγμῶν
Ἀρχιμανδρίτου Εἰρηναίου Μπουσδέκη
Δύο λέξεις πού σημαδεύουν τή ζωή τοῦ μακαριστοῦ μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντίνου καί ἀφήνουν τό ἱστορικό τύπωμα τῆς ἁγιασμένης μορφῆς του, ἡ ἱεραποστολή καί ὁ διωγμός.
Ὅσο ἐπαχθές καί δυσάρεστο κι ἄν εἶναι ὁ διωγμός στή ζωή ἑνός ἐκκλησιαστικοῦ ἀνδρός, ἄλλο τόσο βέβαιο εἶναι καί τό ὅτι, αὐτό εἶναι πού τόν χαρακτηρίζει ὡς γνήσιο μαθητή καί διάκονο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τίποτε τό παράξενο ἀφοῦ ἐδίωξαν τόν Κύριο καί τόν διδάσκαλο τήν ἴδια τύχη νά ἔχουν καί οἱ δοῦλοι, οἱ διάκονοι καί μαθητές του.
Τήν ἐμπειρία τοῦ διωγμοῦ τήν ἔφερε ὁ μακαριστός καί ἀγαπητός σέ ὅλους μας μητροπολίτης, ὄχι περιστασιακά σέ κάποιο μικρό διάστημα τῆς ζωῆς του, ἀλλά σέ ὅλο τό χρονικό διάστημα τῆς διακονίας του μέσα στήν Ἐκκλησία. Περνῶντας μάλιστα τά χρόνια ὁ διωγμός παρουσίαζε μιά κορύφωση. Τό χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ὅλος αὐτός ὁ διωγμός ποτέ δέν ἀπομύζησε τήν πνευματική του φρεσκάδα, τόν ἱεραποστολικό του ζῆλο καί τόν ἐνθουσιασμό του νά ὑπηρετεῖ μέ ὅλη τήν καρδιά του τόν Κύριο. Μέσα στό καμίνι τοῦ διωγμοῦ ἐκεῖνος ἀνδρωνότανε καί ἄνοιγε νέους δρόμους διακονίας καί προσφορᾶς στούς ἀνθρώπους καί στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ διωγμός τοῦ μακαριστοῦ μητροπολίτη εἶχε κάτι πιό ὀδυνηρό ἀπό τούς διωγμούς τῶν πρώτων χριστιανῶν. Ἀπηνεῖς διῶκτες του δέν ἦταν ἀλλόθρησκοι, διῶκτες τῆς πίστεως στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Δυστυχῶς ἦταν λειτουργοί τῆς Ἐκκλησίας μεγαλόσχημοι, ἐπίσκοποι πού ἔργο τους εἶχαν νά ποιμάνουν τήν ποίμνη Ἰησοῦ Χριστοῦ καί νά τήν ὁδηγήσουν στή βασιλεία του. Ἐπίσκοποι πού ἀντί νά συμπράξουν στό ἔργο αὐτό μέ τούς ταπεινούς διακόνους τοῦ Κυρίου στράφηκαν ἐναντίον τους. Ἕνας τέτοιος διωγμός ἐκ τῶν ἔνδον εἶναι βαρύτερος. Εἶναι πολύ δύσκολο γιά κάποιον νά ἐξοικειωθεῖ στή σκέψη ὅτι ὁ ἐν Χριστῷ ἀδελφός του, εἶναι ὁ σταυρωτής καί ὁ διώκτης του. Ὅτι ὁ συνεπίσκοπός του προσπαθεῖ καί τόν ἴδιο νά ἐξοντώσει, καί τό ἔργο του νά καταστρέψει. Ὁ διωγμός γίνεται βαρύτερος γιατί, πέρα ἀπό τό προσωπικό κόστος τοῦ διωγμοῦ, κανείς συνειδητοποιεῖ μιά ἀρρώστια στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί ὡς πιστό μέλος της ὑποφέρει φρικτά.
Ναί λοιπόν, τόν Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντῖνο τόν ἐδίωξαν μέ σκληρότητα οἱ ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Καί μόνον ἡ διατύπωση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος μᾶς γεμίζει μέ ἐρωτηματικά. Γιατί νά διώξουν αὐτοί οἱ ἴδιοι ἕναν ἐργάτη στόν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου; Ἐκεῖνος δόθηκε ὁλόκληρος μέ πολλή ἐργατικότητα καί ταπείνωση στό ἔργο τοῦ Κυρίου. Ἀνοίχτηκε στίς ἁπλές ταπεινές καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Τίς κέρδισε, κατόρθωσε μέ τό χαμόγελό του καί τή γλυκύτητά του νά τίς εἰσάγει στή σωστική κιβωτό τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπου ἐργάσθηκε πολύ γρήγορα ἀπέκτησε τούς εὐλογημένους καρπούς τῆς ἐργασίας του, τίς ψυχές πού ἄλλαξαν πορεία καί διάλεξαν τόν δρόμο πού δείχνει τό εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου καί ὁδηγεῖ στή βασιλεία του. Γύρω του μαζεύτηκαν πάντα ὁμάδες ἀνθρώπων, ὄχι ὀπαδῶν, ἀλλά γνησίων χριστιανῶν, πού ὑπό τήν καθοδήγησή του χάρασσαν τήν πνευματική τους πορεία ἐν Χριστῷ. Καί ἐκεῖνος εὐχαριστοῦσε τόν Θεό γιά τήν πνευματική καρποφορία καί ταπείνωνε τόν ἑαυτό του τονίζοντας, μέ λόγια καί ἔργα, ὅτι ὅλο αὐτό ἦταν ἔργο Θεοῦ καί ὄχι κάποιου ἀνθρώπου.
Ἀκριβῶς ὅμως αὐτή ἡ ἀνιδιοτέλεια τῆς προσφορᾶς διά τόν Χριστόν καί μόνο, καί ἡ καρποφορία τῶν ἀνθρώπων πού βρίσκανε τήν ἀνάπαυση κοντά του ἦταν αὐτό πού ἐξήγειρε πάντα τήν ζήλια καί τόν φθόνο τῶν πνευματικῶν ταγῶν στίς περιοχές πού διακονοῦσε.
Αἰτία σοβαρή ἐπίσης γιά τούς διωγμούς πού ὑπέστη ἀπό τούς ἐπισκόπους ὑπῆρξε καί ἡ παρρησία του νά μιλάει ἀνοικτά γιά κάποια πράγματα πού δέν εἶναι ἀποδεκτά στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Γιά κάποιες παρεκτροπές τόσο τῶν πιστῶν ὅσο καί τῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας ὅσο ψηλά στήν ἱεραρχία κι ἄν αὐτοί εὑρίσκονταν. Αἰσθανόταν ἔντονα ὅτι δέν ἔπρεπε νά ἀπαμβλυνθεῖ τό ἠθικό κριτήριο στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Νά λέει ὁ πιστός γιά σοβαρές παρεκτροπές του στήν πνευματική ζωή τό: «Δέ βαριέσαι καί τί ἔγινε πού ἔκανα αὐτή τήν πράξη. Καί τί ἔγινε; Καί ὁ τάδε κληρικός ἤ ἐπίσκοπος τό ἔκανε ἐπίσης». Ἄν δέν ἐλεγχθεῖ τό κακό καί δέ στιγματισθεῖ ἀπό τόν ἐργάτη τοῦ εὐαγγελίου τότε θά καταντήσουμε νά ἀμβλυνθοῦν τόσο τά πράγματα ὥστε ὅλα νά ἐπιτρέπονται. Θά φτάσουμε νά διερωτώμαστε τί εἶναι ἁμαρτία. Στήν κάθε πράξη μας ὅσο ἀκραία παρεκτροπή καί νά εἶναι θά δίνουμε δικαιολογίες γιά νά ἀμνηστεύσουμε τόν ἑαυτό μας.
Νά λοιπόν οἱ δυό αἰτίες πού ξεσήκωσαν τόν διωγμό ἀπό τούς ἐπισκόπους στήν περιοχή τῶν ὁποίων διακονοῦσε. Ἡ ἀγάπη τοῦ λαοῦ πρός τόν ταπεινό ἐργάτη τοῦ εὐαγγελίου καί ἡ παρρησία του νά ἐλέγχει ἀκόμα καί τούς μεγαλόσχημους γιά τίς παρεκτροπές τους γιά νά διαφυλάξει τό ποίμνιο ἀπό τήν ἐξοικείωση μέ τήν ζωή τῆς ἁμαρτίας.
Οἱ περιπέτειές του λοιπόν ἀρχίζουν ἤδη ὅταν ἦταν λαϊκός ἀκόμα ἱεροκήρυκας τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας στήν Ἄρτα γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε παρά πάνω. Παρ’ ὅλο τό πνευματικό του ἔργο πού μέ περισσό ζῆλο προσέφερε βρέθηκε νά πολεμεῖται ἀπό τόν ἐπίσκοπο.
Ἀναγκάζεται στή συνέχεια νά βρεῖ καταφύγιο στόν ἐπίσκοπο τῆς Πρέβεζας Ἀνδρέα. Αὐτός τόν περιέβαλε μέ τήν ἀγάπη του καί τήν ἐκτίμησή του. Τόν χειροτόνησε διάκονο καί πρεσβύτερο. Τόν ἐνίσχυσε στό ἔργο του, καί χαιρόταν τήν κοπιαστική καί καρποφόρα διακονία του στόν ἀγρό τοῦ Κυρίου. Ἴσως ἡ διακονία του ὑπό τόν ἐπίσκοπο αὐτό νά ἦταν ἡ μοναδική ἀνάπαυλα ἀπό τούς διωγμούς γιά τόν νέο τοτε ἐργάτη τοῦ εὐαγγελίου Κωνσταντῖνο.
Δυστυχῶς ὅμως ὁ γέρων αὐτός ἐπίσκοπος κοιμήθηκε καί οἱ περιπέτειες τοῦ Κωνσταντίνου ξανάρχισαν μέ τήν ἔλευση τοῦ νέου ἐπισκόπου καί μάλιστα μέ μεγάλη ἔνταση. Εἶναι τραγικό νά βλέπει ὁ ἐργάτης τό ἔργο του μέσα στήν Ἐκκλησία νά εὐοδώνεται καί νά προχωράει μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, καί ὁ ἐπίσκοπός του νά εἶναι αὐτός πού ὄχι μόνο δέν χαίρεται ἀλλά μεθοδεύει τόν πόλεμο καί τήν ἐξόντωση του. Ἔτσι ὁ ἐπίσκοπος κατορθώνει ὄχι ἁπλά τήν ἐκδίωξή του ἀπό τήν Πρέβεζα ἀλλά καί τήν ἐξορία του μέ τήν ἀπόσπασή του στή Κώ, ὡς ἱεροκήρυκος τῶν Τεχνικῶν Σχολῶν τοῦ Ἐθνικοῦ Βασιλικοῦ Ἱδρύματος.
Καί αὐτό τό διάστημα στήν παραμεθόριο Κώ ὅμως ὁ ἐργάτης τοῦ Θεοῦ τό εἶδε ὡς εὐλογία καί δέν ἔπαψε νά ἐργάζεται ἀκούραστα τό ἔργο τῆς διακονίας τοῦ εὐαγγελικοῦ μηνύματος στίς ἀνθρώπινες καρδιές.
Καί τήν περίοδο τῆς διακονίας του στή μητρόπολη Θηβῶν καί Λεβαδείας, τήν πλέον μακροχρόνια καί καρποφόρα, δέν ἔπαψε νά εἶναι ὁ ἴδιος θαρραλέος ἀγωνιστής πού μέ παρρησία ἐξέφραζε δημόσια τήν ἄποψή του. Στήν κρίση μέ τήν ἀρχιεπισκοπική ἐκλογή τοῦ 1962 πού προκλήθηκε μεγάλος σκανδαλισμός στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τοποθετήθηκε μέ θάρρος ἐνώπιον ὅλου τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν ἀκραία ἐκτροπή τῆς διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας. Δέν δείλιασε οὔτε φοβήθηκε μπροστά στό κόστος πού μποροῦσε νά ἔχει αὐτή ἡ καθαρή καί δημόσια τοποθέτησή του καί ὁ στιγματισμός τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κατεστημένου πού τόλμησε νά ἀναδείξει ἕνα τόσο τρωτό πρόσωπο στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο. Ἕνα πρόσωπο πού δέν ἄντεξε νά παραμείνει στήν ἀρχιεπισκοπική καθέδρα παρά μόνο 11 ἡμέρες.
Καί στήν Καρδίτσα, τήν μητρόπολη πού τοῦ ἐμπιστεύτηκε ἡ Θεία Χάρη νά διακονήσει ὡς ἐπίσκοπος (σέ μιά ἐποχή πού ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος ἀναζήτησε ὄχι αὐτούς πού ἀναζητοῦσαν τό ἀρχιερατικό ἀξίωμα ἀλλά τούς ταπεινούς ἐργάτες τοῦ εὐαγγελίου) δέν ἄλλαξε στάση λόγῳ τοῦ ἀξιώματός του. Πέρα ἀπό τήν ποιμαντική φροντίδα καί μέριμνα πού ἦταν ἡ κύρια ἀπασχόλησή του μπόρεσε νά κάνει κάτι πού ἤθελε πολύ θάρρος καί ψυχική ἀντοχή. Νά βάλει τό νυστέρι βαθειά στό σῶμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας γιά νά καθαρίσει τά σεσηπότα μέλη (κυρίως στό ἱερατεῖο - καί ἦταν πολλά).
Ὅλη αὐτή ἡ θαρραλέα στάση του ὅλα αὐτά τά χρόνια πού περιγράψαμε ἐπέδρασε σωρευτικά γιά νά μεθοδευτοῦν οἱ μελλοντικοί διωγμοί του.
Τό ἀποκορύφωμα τοῦ διωγμοῦ του τό ἔζησε τό 1974. Τήν ἐποχή ἐκείνη ἔγινε τό ἐξῆς τραγικό. Μιά μειοψηφία τῆς Ἱεραρχίας χαρακτήρισε τήν πλειονότητα τῆς Ἱεραρχίας ἀντικανονική. Μέ Συντακτική Πράξη τοῦ Ἰωαννίδη δόθηκε ἡ ἐξουσία στούς 32 μητροπολίτες πρό τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου νά ἀποτελέσουν, αὐτοί μόνοι, τήν ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἀποφαινόταν ἡ Συντακτική Πράξη ὅτι οἱ ἄλλοι 29 ἀρχιερεῖς πού εἶχαν ἐκλεγεῖ ἐπί Ἱερωνύμου καί οἱ 5 πού ἀποτελοῦσαν τήν ἀριστίδην Σύνοδο πού ἐξέλεξε Ἀρχιεπίσκοπο τόν Ἱερώνυμο (σύνολο 34) ἦταν ἀντικανονικοί. Ἐκτροπή μεγάλη. Ὁ κοσμικός νομοθέτης νά ἀποφαίνεται ἄν ἕνας ἐπίσκοπος εἶναι κανονικός ἤ ὄχι. Ἐκτροπή μεγάλη ὅμως πού ἔγινε κατά προτροπή τοῦ φίλου τοῦ Ἰωαννίδη Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ.
Ἡ ἀντίδραση καί ἡ ἀναταραχή μέσα στήν ἱεραρχία ἦταν μεγάλη. Ὁ Σεραφείμ κατανόησε ὅτι δέν μποροῦσε νά ἐξοστρακίσει τήν πλειονότητα τῶν ἐπισκόπων ἐκτός ἱεραρχίας. Ἄρχισε λοιπόν ἡ Σύνοδος αὐτή τῶν 32 νά ἀναγνωρίζει τήν κανονικότητα ἐνίων ἐκ τῶν ἀρχιερέων. Κατά παράξενο τρόπο ἀναγνώρισε καί τήν κανονικότητα τοῦ Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντίνου. Ὅταν ὅμως ἄρχισε ἐπιλεκτικά κάποιους ἀπό τούς ἱεράρχες πού εἶχαν ἐκλεγεῖ ἐπί Ἱερωνύμου νά τούς κρίνει ἀντικανονικούς καί νά τούς κηρύσσει ἐκπτώτους ξεκίνησε μέ 2. Τόν Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντῖνο καί τόν Ζακύνθου Ἀπόστολο. Ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε ἐπακολούθησαν καί ἄλλες ἐκπτώσεις μέ τήν ἴδια δικαιολογία (ὅτι ἦταν ἀντικανονικοί). Συνολικά ἐκτοπίσθηκαν 12 ἀρχιερεῖς. Ἦρε λοιπόν στόν Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντῖνο ἡ Σύνοδος τήν κανονικότητα (πού πρίν 2 μῆνες τοῦ τήν εἶχε ἀναγνωρίσει) καί τόν κήρυξε ἔκπτωτο. Χωρίς ἀπαγγελία κατηγορίας, χωρίς νά τοῦ ζητηθοῦν ἐξηγήσεις γιά κάτι, χωρίς ἀνακρίσεις, χωρίς ἐκκλησιαστικό δικαστήριο, μέ μιά κουβέντα χωρίς νά γίνουν ὅλα αὐτά πού προβλέπουν οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας (ἀκόμα καί αὐτό τό κοσμικό δίκαιο). Στίς 13 Ἰουνίου 1974 λοιπόν ἡ Ἱεραρχία τόν κηρύσει ἔκπτωτο. Καί ἕνα μήνα μετά (16-7-1974) βγαίνει καί τό διάταγμα πού ἀνακαλεῖ τό διάταγμα τοποθετήσεώς του στή μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος.
Τό τί ἐπακολούθησε τῆς ἐκπτώσεως πολύ ὀδυνηρό καί νά τό ἀκούει κανείς.
α) Τούς δόθηκαν τίτλοι σκωπτικοί (πάλαι ποτέ ἐπισκοπῶν) πού ἐπινοήθηκαν ἀπό κακεντρεχεῖς ἀδελφούς τους ἀρχιερεῖς.
β) Ἄρχισαν νά ἐκδίδονται ἐγκύκλιοι συνοδικές. Ἀπαγόρευαν γιά τούς 12 νά κατοικήσουν στή μητρόπολη ἀπό τήν ὁποία ἐξεδιώχθηκαν, στήν μητρόπολη στήν ὁποία ὑπηρέτησαν ὡς ἱεροκήρυκες καί στήν περιοχή τῶν Ἀθηνῶν. Ἀπαγόρευαν ἀκόμα καί τήν μετακίνησή τους χωρίς νά ἐνημερώνουν τούς οἰκείους ἐπισκόπους.
γ) Ὑπῆρξε μιά τρομοκράτηση καί τῶν φίλων τους ἀρχιερέων (πού τελικά παρέμειναν μέσα στήν Ἱεραρχία) νά κρατήσουν μακρυά τους τούς 12. Καί δυστυχῶς πολλοί ἀπό αὐτούς μέ τό φόβο μήπως πέσουν στίς ἴδιες περιπέτειες μέ τούς 12, ἄν κάποιο μάτι τούς δεῖ νά ἐπικοινωνοῦν μάζί τους, ἀποτραβήχτηκαν. Μέ πόνο ψυχῆς κατέθετε ὁ μακαριστός ἐπίσκοπός Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντῖνος, ὅτι μετά τήν ἔκπτωσή του, ἔκανε κρούση σέ 8 φίλους του ἐπισκόπους, γιά νά μπορέσει νά κατοικήσει καί νά λειτουργεῖ στήν περιοχή τους καί εἶχε παντοῦ ἀρνητικές ἀπαντήσεις. Σέ πολλές περιπτώσεις δέν ἤθελαν οὔτε κἄν νά συναντηθοῦν μαζί του. Καί τότε πῆρε τή θαρραλέα ἀπόφαση νά κατοικήσει στά ἀγαπημένα του χώματα τῆς μητροπόλεως Θηβῶν καί Λεβαδείας.
Παρ’ ὅλους τούς διωγμούς αὐτούς ποτέ δέν ἀποδέχθηκε τήν ἔκπτωσή του. Θεωροῦσε τόν ἑαυτό του μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων. Καί αὐτό τοῦ δημιουργοῦσε νέες περιπέτειες.
Σύρθηκε στό συνοδικό δικαστήριο διά Ἀρχιερεῖς γιά ποιό λόγο; Γιατί ἐγκαινίασε στήν Καρδίτσα (πού ποτέ δέν τήν ξέχασε ἀλλά συνέχισε νά ἐργάζεται καί ἐκεῖ πνευματικά) ἕνα μικρό ἐκκλησάκι γιά νά μπορεῖ νά προσφέρει μέ λιγοστά φιλικά πρόσωπα τήν θεία εὐχαριστία. Καί ἄκουσον ἄκουσον!!! Καταδικάσθηκε σέ καθαίρεση γιατί ἤθελε νά τελεῖ μέ λιγοστά πρόσωπα τῆς περιοχῆς τῆς μητροπόλεώς του τή θεία εὐχαριστία. Τό χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ὅταν βρέθηκε στό δευτεροβάθμιο δικαστήριο (πού δίκαζαν παλαιότεροι ἀρχιερεῖς) ὅταν ὁ μακαριστός Κωνσταντῖνος μαζί μέ τόν συνήγορό του (π. Νικόδημο Γιαννακόπουλο) ἀνέλυσαν στούς ἐπισκόπους τούς Κανόνες πού δῆθεν παρέβη ὁ Κωνσταντῖνος, ὅλοι διαπίστωσαν ὅτι οἱ Κανόνες πού ἐπικαλοῦντο ἐναντίον του, ἔλεγαν τελείως ἄλλα πράγματα ἀπό αὐτά πού τόν κατηγοροῦσαν. Ἀποτέλεσμα ἡ ἀπόφαση τοῦ δευτεροβαθμίου συνοδικοῦ δικαστηρίου ἦταν «ἀθῶος».
Σύρθηκε καί σέ ποινικό δικαστήριο ἀπό τόν ἀντικανονικό διάδοχό του στήν Καρδίτσα. Γιατί; Γιατί ἀποκαλοῦσε τόν ἑαυτό του μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων καί ἔτσι ἔκανε λέει ἀντιποίηση ἀρχῆς. Καί γιατί στιγμάτιζε σοβαρές ἐκτροπές τοῦ ἀντικανονικοῦ διαδόχου του. Ἡ περιπέτεια αὐτή εἶχε καί τό θετικό ὅτι ἕνας μέγας κανονολόγος, ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ἔγραψε, μέ τήν προτροπή τοῦ Κωνσταντίνου, αὐτό τό μοναδικό κείμενο πού ἀποδείκνυε, μέ πλήρη τεκμηρίωση, τό ἀντικανονικό τῶν ἐκπτώσεων τῶν 12 μητροπολιτῶν. Καί ἀπό αὐτή τήν περιπέτεια ἐξῆλθε ἀλώβητος ἀφοῦ ὁ διάδοχός του τελικά πῆρε τήν μήνυση πίσω.
Ἐπιλήψει μου ὁ χρόνος διηγούμενος τήν ἀλυσίδα τῶν διωγμῶν τοῦ μακαριστοῦ Θεσσαλιώτιδος Κωνσταντίνου. Νά ποῦμε δυό λόγια καί γιά τή στάση του μετά τήν θριαμβευτική δικαίωσή του ἀπό τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας.
Συμμετεῖχε στή διαδικασία τῆς ἐξευρέσεως συναινετικῶν λύσεων παρ’ ὅλον ὅτι πλέον θεωροῦσε τόν ἑαυτό του ὄχι μόνο κανονικό ἀλλά καί νόμιμο μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος. Δέχθηκε νά διακονήσει ταπεινά στήν περιοχή τῶν Φαρσάλων (κομμάτι τῆς μητροπόλεώς του). Θέλησε ὅμως νά σταθεῖ καί ἀλληλέγγυος καί στούς 2 ἀδελφούς του, τόν Λαρίσης Θεολόγο καί τόν Ἀττικῆς Νικόδημο. Γιά νά ἐπανέλθουν ὅλοι στίς μητροπόλεις τους καί νά ἐπέλθει ἡ εἰρήνη στήν Ἐκκλησία.
Ἡ συνειδητή αὐτή ἐπιλογή τῆς ἀλληλεγγύης δέν τοῦ στοίχισε καί λίγο. Ἡ ἔνταση εἶχε κορυφωθεῖ στίς μητροπόλεις Ἀττικῆς καί Λαρίσης (στίς ὁποῖες βρισκόταν ἐκείνη τή στιγμή ὁ Νικόδημος καί ὁ Θεολόγος) ἀντίθετα στή Καρδίτσα ζοῦσε ἀκόμα ὁ ἀντικανονικός καί παράνομος πλέον Κλεόπας. Στήν κορύφωση λοιπόν αὐτῆς τῆς ἔντασης ἡ Διαρκής ἱερά Σύνοδος βάζει καί στούς 3 μητροπολῖτες τό «ἐπιτίμιο τῆς ἀκοινωνησίας». Τήν ἐποχή ἐκείνη ὁ μακαριστός Κωνσταντίνους ἐργαζόταν σκληρά στήν κατασκήνωση, πού φιλοξενοῦσε νεανικές ψυχές, καί τοῦ ἐπεβλήθη κάτι χωρίς ἐκεῖνος ἐκείνη τή στιγμή νά συμμετέχει σέ καμμιά ἐκδήλωση. Τιμωρήθηκε ἐπειδή, ἁπλά καί μόνον, εἶχε ταχθεῖ ἀλληλέγγυος μέ τούς ταλαιπωρημένους ἄλλους 2 ἀδελφούς του.
Ἡ ρετσινιά τοῦ «ἐπιτιμίου τῆς ἀκοινωνησίας» τόν ἀκολούθησε τά ἑπόμενα 15 χρόνια τῆς ζωῆς του. Τό ἐπιτίμιο δέν εἶναι ποινή, εἶναι προσωρινή στάση τῆς συνόδου, μέχρι νά διαλευκανθεῖ ἄν ὑπάρχει τό σῶμα τοῦ ἐγκλήματος. Καί πάλι ἡ ἴδια ἀντικανονική στάση ἀπό τήν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας. Δέν διατύπωσε κἄν κατηγορία, δέν ζήτησε ἐξηγήσεις, δέν ὅρισε ἀνακριτή, δέν ἔκανε ἐκκλησιαστικό δικαστήριο πρωτοβάθμιο καί δευτεροβάθμιο.
Κι ἡ πικρότητα τοῦ διωγμοῦ φτάνει μέχρι τήν ἐπιθανάτια κλίνη. Τοῦ ἦραν λέει τό ἐπιτίμιο ἐπειδή ὁδεύει πρός τόν θάνατο. Σιγουρεύτηκαν γιά τόν ἐρχόμενο θάνατο καί ἔπρεπε νά βροῦν λύση πῶς θά μετάσχουν τῆς νεκρωσίμου ἀκολουθίας διάφοροι μητροπολῖτες ἄν ἔχει τό ἐπιτίμιο τῆς ἀκοινωνησίας. Μικρόψυχες συμπεριφορές ἐπισκόπων.
Μακάριος ὁ ἀγαπημένος μας ἐπίσκοπος Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων Κωνσταντῖνος. Γιατί, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος «μακάριοι ἐστέ ὅταν ὀνειδίσωσιν ἡμᾶς καί διώξωσι καί εἴπωσι πᾶν πονηρόν ρῆμα καθ’ ἡμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ. Χαίρετε καί ἀγαλλιᾶσθε ὅτι ὁ μισθός ἡμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Γι’ αὐτό ἔχαιρε πάντοτε ὁ μακαριστός ἐπίσκοπος, ἔλαμπε τό πρόσωπό του μέ τό χαμόγελό του, πού ἀντανακλοῦσε αὐτή τήν ἐσωτερική χαρά. Γι’ αὐτό χαίρει καί τώρα καί ἀγαλλιᾶται μετέχοντας στήν αἰώνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων