† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», φύλλο 167, 16-10-2005
“Ἄρχων ἐπλάσθης”
Μέ καταπλήσσει καί μέ τρομάζει ἡ ὑπεροχική παρουσία καί ἡ ἡγετική διακίνηση τοῦ ἀνθρώπου στήν ἀπέραντη καί πολύπτυχη Δημιουργία. ῾Ο ἰδιότυπος, καθοριστικός καί ἀποκλειστικός ρόλος του μέσα στήν ἐνορχηστρωμένη παγκόσμια ἁρμονία. Τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, τό μικρό αὐτό μέγεθος, πού ἐλαχιστοποιεῖται ὁλοένα καί περισσότερο, καθώς οἱ γνώσεις μας γιά τό σύμπαν διαστέλλονται καί εὐρύνονται, ἔχει τίς προϋποθέσεις καί τήν ἱκανότητα νά ἀπολαμβάνει τό ἀπεριόριστο κάλλος, νά δαμάζει τίς φυσικές δυνάμεις, νά διαχειρίζεται τόν φυτικό, τόν ἐνάλιο καί τόν ὀρυκτό πλοῦτο, νά καθυποτάσσει τήν ἄλογη, ζωϊκή οἰκογένεια, νά πλαστουργεῖ ἔργα ἐκλεπτυσμένης τέχνης, νά νοηματίζει τή ροή τοῦ χρόνου καί νά συνθέτει, μέ πρωταγωνιστική ἐνέργεια, τή βίβλο τῆς ἱστορίας. Μέ ἕνα λόγο, ἔχει ἀρχοντική καί κυριαρχική παρουσία στόν πλανήτη, πού τόν κατοικεῖ καί στούς κόσμους, πού συναπαρτίζουν τό προσιτό καί τό ἀπρόσιτο “σύμπαν”.
Σημαντική καί προσδιοριστική ἡ ἑρμηνεία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στό πρῶτο κεφάλαιο τοῦ Βιβλίου τῆς “Γένεσης”. ῾Εστιάζοντας τό λόγο του στό πρῶτο συνειδητοποιημένο πλαστούργημα, στόν ἄνθρωπο, καί, κατά προέκταση, στόν ἑαυτό του καί στόν ὁποιοδήποτε συνάνθρωπο, λέει: “Μόλις πλάσθηκες, ἄρχοντας πλάσθηκες. ῾Ο Θεός εἶπε: “καί ἄς κυβερνοῦν, οἱ ἄνθρωποι, τήν κτίση”. ῞Ενας ἄνθρωπος, πού παίρνει ἀπό τό χέρι τοῦ βασιλιά τήν ἐξουσία νά διοικεῖ γιά ἕνα καί μόνο χρόνο, τήν παίρνει ἀπό ἄνθρωπο. ῾Ο θνητός, τήν παίρνει ἀπό θνητό. Καί τήν παίρνει ἀπό κεῖνον, πού, στήν πραγματικότητα, δέν τήν ἔχει. Γιατί, ποιά ἐξουσία ἔχει ὁ ἄνθρωπος νά κυβερνάει τήν ψυχή; Σύ, ὅμως, τήν ἐξουσία τήν πῆρες ἀπό τόν Θεό. Καί δέν εἶναι γραμμένη σέ πλάκες ξύλινες, οὔτε σέ φθαρτά φύλλα, πού τά κατατρώγει ὁ σκόρος. ᾿Αλλά εἶναι ἡ ἀνθρώπινη φύση, πού ἔχει γραμμένη πάνω της τή θεία φωνή”.
Δέν μπορῶ νά προσπεράσω, δίχως νά ὑπομνηματίσω μέ θαυμασμό καί συγκίνηση, μιά εἰκόνα μεγαλείου, πού περιέχεται στή Βιβλική ἱστορία τῆς ἀνθρωπογένεσης. ᾿Εκεῖ ἐμφανίζεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός νά χειραγωγεῖ τόν πρῶτο ἄνθρωπο, τόν ᾿Αδάμ, στίς ὀμορφιές καί στίς χαρές τοῦ Παραδείσου καί νά τοῦ ἐμπιστεύεται τήν εὐθύνη νά ὀνοματίσει, μέ τή δική του γνώση καί μέ τή δική του ἐκτίμηση τά εἴδη τῶν κτηνῶν καί τῶν πτηνῶν, πού τοῦ προσφέρονταν ὡς διακοσμητές τοῦ οἴκου του καί ὡς ὑπηρέτες τῶν σχεδίων του.
“Καί ἔπλασε ὁ Θεός ἀπό τή γῆ ὅλα τά θηρία τοῦ ἀγροῦ καί ὅλα τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ. Καί τά ἔφερε, ὅλα αὐτά, μπροστά στόν ᾿Αδάμ, γιά νά τά δεῖ καί νά σκεφτεῖ πῶς θά τά ὀνομάσει. Καί τό κάθε ὄνομα, πού ἔδωσε ὁ ᾿Αδάμ, αὐτό καί ἔμεινε. Καί ἔδωσε ὁ ᾿Αδάμ ὀνόματα σέ ὅλα τά κτήνη καί σέ ὅλα τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ καί σέ ὅλα τά θηρία τοῦ ἀγροῦ”. ῾Η εἰκόνα αὐτή, ἐντυπωσιακή καί ρομαντική, στήν πρώτη της ἀνάγνωση, ἀν μελετηθεῖ προσεκτικά, κεντρίζει σέ βαθύτερες ἀναλύσεις.
Ο ἄνθρωπος εἶναι τό ἀσύγκριτο καί ἀνεπανάληπτο ὑπεροχικό πλάσμα. Διακρίνεται ἀπό τήν ἄλογη Δημιουργία. Καί προβάλλεται ὡς ἀποδέκτης τῆς εὔνοιας καί τῆς ἐμπιστοσύνης τοῦ Πλάστη του. ῾Ο Θεός τοῦ παραχώρησε τό δικαίωμα προσδιορισμοῦ καί ὀνοματοδοσίας τῶν ἔμβιων κτισμάτων Του. Τόν ἔχρισε ἡγεμόνα. Δικαιοῦχο νά ἀπολαμβάνει τούς καρπούς τῆς γῆς γιά τή δική του συντήρηση. ῾Αρμόδιο νά διαχειρίζεται τήν πρόσθετη ἰσχύ τοῦ ζωϊκοῦ δυναμικοῦ στήν καθημερινή του προσπάθεια. ῾Ικανό νά ἀξιοποιεῖ τά ὑλικά στοιχεῖα καί τούς κρυφούς θησαυρούς, γιά τή δική του πρόοδο.
Καί ὁ ἄνθρωπος ἀποδέχτηκε τήν κλήση. Ἔδωσε ὀνόματα στά κτήνη καί στά πετεινά καί στά θηρία. ῎Οχι αὐθαίρετα, κατά τή στιγμιαία, αὐθόρμητη, ἔμπνευση. ᾿Αλλά, μετά λόγου. ῞Υστερα ἀπό, ὁπωσδήποτε ἀρχέγονη, ἀλλά πέρα γιά πέρα λογική ἐπεξεργασία. Μέ παρατήρηση, μέ σκέψη καί μέ εὔστοχη κρίση. Καί, κατά τήν ἐκτίμησή του, σύμφωνα μέ τή χρηστική ἀξία τοῦ καθενός πλάσματος καί ἀνάλογα μέ τό ρόλο, πού μπορεῖ νά διεκπεραιώσει στή διατήρηση τῆς ἱεραρχικῆς ἰσορροπίας.
Ο ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων