† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΡΙΔΟΣ
ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ
Ἄρθρο ἀπό τό περιοδικό «Ἐλεύθερη Πληροφόρηση», τεῦχος 241, 16 Νοεμβρίου 2008
“Τί ἐστιν ἄνθρωπος;”
Μητροπολίτου Ἀττικῆς και Μεγαρίδος Νικοδήμου
Δικαιοῦμαι ἐγώ, ὁ ἀμέτοχος τῶν σημερινῶν “προοδευτικῶν” ὁραμάτων, ὁ “καθυστερημένος”, ὁ “προσκολλημένος” στίς συντηρητικές(!) διδαχές τῆς Ἐκκλησίας Ἰησοῦ Χριστοῦ, νά ὑποβάλω ἕνα καίριο ἐρώτημα στό συνοδοιπόρο, πού ἐπαγγέλλεται ἀπόδραση ἀπό ὁποιοδήποτε δεσμευτικό κανόνα ζωῆς, ὁλοκάρδια ἀποδοχή καί ἔνταξη στά προοδευτικά ρεύματα τῆς ἐποχῆς καί ἐλεύθερο ξάνοιγμα στά ὑπερόρια πελάγη τῆς προσωπικῆς εὐτυχίας. Φίλε, συνταξιδιώτη στό μονοπάτι τοῦ βίου, πού γυρίζεις πλάτη στήν ᾿Εκκλησία καί θεοποιεῖς τήν ἐφήμερη σάρκα σου, πού ταυτίζεις τό Εὐαγγέλιο Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ τόν πνιγηρό σκοταδισμό καί τήν ἀθεΐα μέ τήν ἀέναη ἐξέλιξη, πού περιφρονεῖς τό “χθές” καί τίς πολλαπλές ἐμπειρίες του, φωτίζοντας τό ἄδηλο “αὔριο”, σάν τό ἀδιαμφισβήτητο, διάδοχο ὅραμα στήν κλίμακα τῆς προόδου, στάσου, γιά λίγο, στοχαστικός. Βύθισε τό βλέμμα σου στό μέσα σου κόσμο. Συμμάζεψε τίς γνώσεις σου καί τίς ἐμπειρίες σου. Καί δῶσε μου μιά ἀπόκριση στό καυτό, κοινό μας, ὑπαρξιακό ἐρώτημα: “Τί ἐστιν ἄνθρωπος;”. Τί εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη;
Ἐσύ καί ἐγώ καί τά δισεκατομμύρια τῶν συνανθρώπων μας, πού πλημμυρίζουμε τόν πλανήτη μας καί τόν ποτίζουμε μέ τό δάκρυ μας καί μέ τό αἷμα μας, τί εἴμαστε; Τί ἐκπροσωποῦμε στόν ἀνθόκηπο ἤ στή ζούγκλα -ὅπως θέλεις ὀνομάτισέ το- τῆς ἐπίγειας πραγματικότητας; Τό πρόσωπό μας ἔχει κάποια ξεχωριστή ποιότητα καί κάποια ἀσύγκριτη ἀξία; Ἤ εἶναι ἕνα κομμάτι τῆς ὕλης, φτιαγμένο στό ἴδιο ἐργαστήρι τῆς τύχης καί ἐνταγμένο στό ἴδιο σχεδιάγραμμα τῆς στιγμιαίας ἄνθησης καί τῆς ἔσχατης φθορᾶς;
Ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ ἀθεϊστικοῦ περιβάλλοντός σου καί ἀπό τά στέκια τῆς μονόχνωτης, ἀποκλειστικά ὑλιστικῆς καί τεχνοκρατικῆς, σημερινῆς προοδευτικότητας(!!), σκιαγραφεῖται τό σύμπαν μέ τά ἄπειρα μυστικά του καί τή ζωή, πού πλημμυρίζει καί ζωογονεῖ τόν πλανήτη μας, ὡς παράγωγα τύχης, ὡς ἀσυνάρτητη πλοκή τῶν ἀναρίθμητων στοιχείων, πού αἰωροῦνται στό φωτισμένο καί στό σκοτεινό σύμπαν. Καί ταυτοποιεῖται ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ὄχι μόνο ὑποτιμητικά, ἀλλά καί ἀφόρητα καταλυτικά. Καυχῶνται οἱ “προοδευτικοί” ἄθεοι καί διασαλπίζουν, πώς ὁ δημιουργός τοῦ πολιτισμοῦ, ὁ ἀκάματος ἐρευνητής τοῦ παγκόσμιου θαύματος καί ἐπιδέξιος χειριστής τῆς ἐκλεπτυσμένης τεχνολογίας, εἶναι ἐγγονός τοῦ πιθήκου. Ἀπόγονος τοῦ ἄλογου ζώου, πού διαθέτει ἐπαρκή ἐπιδεξιότητα, γιά νά χουφτώνει καί νά γεύεται τούς καρπούς, ἀλλά δέν εἶναι σέ θέση νά ἀρθρώσει ἔστω καί μιά λέξη, ἐκφραστική ἐλεύθερης ἐπιλογῆς καί ἐπεξειργασμένου νοήματος.
Μέ πεισματική ἐπικύρωση αὐτῆς (τῆς ἀναπόδεικτης καί μειωτικῆς) προέλευσης τοῦ ἀνθρώπου, προχωροῦν οἱ ἄθεοι τῆς ἐποχῆς μας στήν ἀλαζονική θεσμοθέτηση τῶν προνομίων τους καί τῶν δικαιωμάτων τους, πού τά σωρεύουν, γιά νά ἀναδείξουν τήν ἀξία τους καί γιά νά κατακυρώσουν τά πολιτιστικά ἐπιτεύγματά τους. Ἀριθμοῦν “τά ἀτομικά τους δικαιώματα”, πού -ὑποτίθεται- ἀναγνωρίζονται καθολικά, ὡς σεβαστά καί ἀπαραβίαστα. Ὁριοθετοῦν τίς “ἐλευθερίες τους”, εὐρύνοντας, ὁλοένα καί περισσότερο τόν κύκλο τῶν δικαιοδοσιῶν τους καί τῶν ἁρμοδιοτήτων τους. Καταλογογραφοῦν καί ἐπικαλύπτουν, σεβαστικά, τά “προσωπικά τους δεδομένα” καί ἐπιμένουν νά τά ἀποσιωποῦν, ἀκόμα καί ἄν σηματοδοτοῦν ἑστίες μόλυνσης τοῦ στενοῦ ἤ τοῦ εὐρύτατου κοινωνικοῦ περιβάλλοντος. Οἱ μεγάλοι Ὀργανισμοί καί τά παγκόσμια μέσα τῆς ἐνημέρωσης δείχνουν πώς καλλιεργοῦν τήν κοινή γνώμη νά ἀπονέμει τιμή καί διακριτικό σεβασμό στήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Ὡστόσο, τά πολλαπλά, ἀντιφατικά περιστατικά τῆς καθημερινότητας καί ἡ ἄλλη, ἡ θρηνητική ἀνάγνωση τῶν αὐταρχικῶν σχεδιασμῶν καί τῶν ἀπάνθρωπων συμπεριφορῶν, πείθει, πώς ἡ “ἀξία ἄνθρωπος” δέν ἔχει ἀναδειχθεῖ καί δέν ἔχει ἐπιβληθεῖ, ὡς ἡ μοναδική, ἡ κυρίαρχη μορφοπλαστική δύναμη τῆς πολιτιστικῆς μας προόδου. Ἀντίθετα, ἔχει ὑποτιμηθεῖ σέ τέτοιο βαθμό, πού κατάντησε ὑλικό ἐκμετάλλευσης στά χέρια τῶν ἰσχυρῶν ἐξουσιαστῶν τῆς πολιτικῆς καί οἰκονομικῆς ἰσχύος καί ἀχυρένιο ὁμοίωμα στή σκηνοθετημένη ἱλαροτραγωδία τοῦ πολυδιαφημισμένου, ἀλλά καί πολυδιασυρμένου πολιτισμοῦ μας.
Διεξεδίκησα τό δικαίωμά μου, νά παρέμβω στή σκοτεινή σύρραξη τῶν ὑπερμοντέρνων σχημάτων, γιά νά ζητήσω κάποιες διευκρινίσεις. Θά τολμήσω, ὡστόσο, νά προεκτείνω, τήν παρέμβασή μου, καταθέτοντας κάποια ντοκουμέντα, πού ἀποτελοῦν ἱερή γνώση καί ἀτίμητη ἐμπειρία τῆς ἄλλης πλευρᾶς. Τῶν ἀνθρώπων, πού ἐπί δυό ὁλόκληρες χιλιετίες, τρέφονται πνευματικά καί καταξιώνουν τήν ὕπαρξή τους μέσα στή χαρισματική ἀτμόσφαιρα τῆς Ἐκκλησίας. Δέ θά καταθέσω ἀποκλειστικά δικές μου ἀπόψεις. Θά ἐμφανίσω, μπροστά στούς φίλους, ἀλλά καί στούς μαχητικούς ἀντίπαλους, δυό-τρεῖς ἀναφορές Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, πού δίνουν τό ὑπαρξιακό στίγμα τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας καί ἐντοπίζουν τό μεγαλεῖο της καί τό φορτίο τῶν δυνατοτήτων της.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, ὁ φιλόσοφος νοῦς καί ὁ βαθύς θεολόγος, γράφει: “Γνῶθι πόσον ὑπέρ τήν λοιπήν κτίσιν παρά τοῦ πεποιηκότος τετίμησαι. οὐκ οὐρανός γέγονεν εἰκών τοῦ Θεοῦ, οὐ σελήνη, οὐχ ἥλιος, οὐ τό ἀστρῶον κάλος, οὐκ ἄλλο τι τῶν κατά τήν κτίσιν φαινομένων οὐδέν. μόνη σύ γέγονας τῆς ὑπερεχούσης πάντα νοῦν φύσεως ἀπεικόνισμα, τοῦ ἀφθάρτου κάλλους ὁμοίωμα, τῆς ἀληθινῆς θεότητος ἀποτύπωμα, τῆς μακαρίας ζωῆς δοχεῖον, τοῦ ἀληθινοῦ φωτός ἐκμαγεῖον, πρός ὅ βλέπουσα ἐκεῖνο γίνῃ, ὅπερ ἐκεῖνός ἐστί, μιμουμένη τόν ἐν σοί λάμποντα διά τῆς ἀντιλαμπούσης αὐγῆς ἐκ τῆς σῆς καθαρότητος” (Εἰς τό Ἄσμα Ἀσμάτων β’). (Γνώρισε, πόσο πιό πολύ ἀπό ὁλόκληρη τήν ὑπόλοιπη φύση τιμήθηκες σύ ἀπό τό Δημιουργό σου. Δέν ἔγινε ὁ οὐρανός εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Οὔτε ἡ σελήνη. Οὔτε ὁ ἥλιος. Οὔτε ὁλόκληρη ἡ ἀστρική ὀμορφιά. Οὔτε κανένα ἄλλο ἀπό τά φαινόμενα τῆς κτίσης. Μόνη σύ, ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ἔγινες ἀπεικόνισμα τῆς θείας Φύσης, πού ξεπερνάει τήν καταληπτική ἱκανότητα τοῦ νοῦ μας. Μόνη σύ ἔγινες ὁμοίωμα τοῦ ἄφθαρτου κάλλους, ἀποτύπωμα τῆς ἀληθινῆς θεότητας, δοχεῖο τῆς μακάριας ζωῆς, ἐκμαγεῖο τοῦ ἀληθινοῦ φωτός. Ἔτσι ἔχεις τήν ἱκανότητα, βλέποντας πρός ἐκεῖνο, τό θεῖο φῶς καί ἀντιγράφοντας τό παράδειγμα Ἐκείνου, πού σέ καταλάμπει μέ τό φῶς Του, νά γίνεσαι ὅμοιός Του καί νά λάμπεις καί σύ μέ τήν ἀνταύγεια τῆς καθαρότητάς σου).
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἀνήσυχη σκέψη καί τήν εὐαίσθητη καρδιά, κάνει τούτη τήν ἐπισήμανση: “Τοῦτο δέ βουληθείς ὁ τεχνίτης ἐπιδείξασθαι Λόγος, καί ζῶον ἕν ἐξ ἀμφοτέρων, ἀοράτου τε λέγω καί ὁρατῆς φύσεως δημιουργεῖ, τόν ἄνθρωπον· καί παρά μέν τῆς ὕλης λαβών τό σῶμα ἤδη προϋποστάσης, παρ᾿ ἑαυτοῦ δέ πνοήν ἐνθείς (ὅ δή νοεράν ψυχήν καί εἰκόνα Θεοῦ οἶδεν ὁ λόγος), οἷόν τινά κόσμον ἕτερον, ἐν μικρῷ μέγαν, ἐπί τῆς γῆς ἵστησιν, ἄγγελον ἄλλον, προσκυνητήν μικτόν, ἐπόπτην τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστην τῆς νοουμένης, βασιλέα τῶν ἐπί τῆς γῆς, βασιλευόμενον ἄνωθεν, ἐπίγειον καί οὐράνιον, πρόσκαιρον καί ἀθάνατον, ὁρατόν καί νοούμενον, μέσον μεγέθους καί ταπεινότητος, τόν αὐτόν πνεῦμα καί σάρκα, πνεῦμα διά τήν χάριν, σάρκα διά τήν ἔπαρσιν...” (Εἰς τό Ἅγιον Πάσχα). (Ἐπειδή ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ θέλησε νά δείξει τή δύναμή Του, δημιούργησε μιά ζωντανή ὕπαρξη, πού συντίθεται καί ἀπό τά δυό (ἀπό τήν ἀόρατη καί ἀπό τήν ὁρατή φύση). Δημιουργεῖ τόν ἄνθρωπο, παίρνοντας ἀπό τήν ὕλη, πού προϋπῆρχε, τό σῶμα, Αὐτός δέ ὁ ἴδιος τοῦ ἔβαλες μέσα του τή δική Του πνοή (πού ὁ λόγος τήν ὁρίζει ὡς νοερή ψυχή καί ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ). Ἔτσι ἔστησε στή γῆ ἕναν κόσμο, κάπως διαφορετικό, μεγάλο στή μικρότητά του, ἄλλο ἄγγελο, μικτό προσκυνητή, ἐπιτηρητή καί προστάτη τῆς ὁρατῆς κτίσης, μυσταγωγό τῆς οὐρανίας πληρότητας, βασιλιά τῶν πραγμάτων, πού βρίσκονται στή γῆ, πού, ταυτόχρονα, βασιλεύεται ἀπό ψηλά, ἀπό τόν Θεό, ἐπίγειο καί οὐράνιο, πρόσκαιρο καί ἀθάνατο, ὁρατό καί καταληπτό ἀπό τήν ἀνθρώπινη νόηση, ἀνάμεσα στό μεγαλεῖο καί στήν ταπεινότητα, τόν ἴδιο, πνεῦμα καί σάρκα, πνεῦμα ἐξ αἰτίας τῆς χάρης, πού τοῦ προσφέρεται ἀπό τό Θεό, σάρκα, γιά νά μή κομπάζει καί ἐπαίρεται).
Προσθέτω καί ἕνα ἀκόμα Πατερικό ἀπόσπασμα, πού ἐκπορεύεται ἀπό τήν καρδιά καί τή γραφίδα τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων: “...ὁ κόσμος διά τόν ἄνθρωπον. Ἥλιος μέν γάρ λαμπροτάταις αὐγαῖς ἀποστίλβων, ἀλλά διά τό ἀνθρώπῳ φαίνειν ἐγένετο. Καί πάντα δέ τά ζῶα διά τό δουλεύειν ἡμῖν κατέστη. βοτάναι καί δένδρα διά τήν ἡμετέραν ἀπόλαυσιν ἐκτίσθη. πάντα καλά τά δημιουργήματα, ἀλλά τούτων οὐδέν εἰκών Θεοῦ, μόνος δέ ἄνθρωπος” (Κατηχήσεις). (Ὁ κόσμος ὁλόκληρος ἔγινε γιά νά ὑπηρετεῖ τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἥλιος καταυγάζει τή Δημιουργία μέ τίς λαμπρές ἀκτῖνες του. Ἀλλά ἔγινε, γιά νά φωτίζει τόν ἄνθρωπο. Καί ὅλα τά ζῶα δημιουργήθηκαν γιά νά δουλεύουν σέ μᾶς. Ἀκόμα, τά βότανα καί τά δέντρα, ἔγιναν γιά τή δική μας ἀπόλαυση. Ὅλα τά δημιουργήματα εἶναι καλά. Ἀλλά κανένα ἀπό αὐτά δέν εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶναι μόνο ὁ ἄνθρωπος).
Βάλετε σέ παράλληλες στῆλες τίς δυό ἀξιολογικές ἐκτιμήσεις τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξής μας. Μελετεῖστε τις μέ προσοχή. Καί ὁλοκληρώσετε τίς ἐκτιμήσεις σας καί τίς ἐπιλογές σας. Ἡ Ἐκκλησία, τά Ἱερά Της κείμενα, ἡ Θεολογία Της, ἡ Παράδοσή της καί ἡ καθημερινή πρακτική Της, ἀντικρύζουν μέ δέος τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, γιατί διακρίνουν σ᾿ αὐτό τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Τό προνομιακό πλάσμα, πού σκέφτεται, προάγει τή γνώση του, ἐξαγιάζει τό μέσα του κόσμο, γίνεται παράγοντας εὐρύτερης κοινωνικῆς ἀνάπλασης καί ψηλότερης στάθμης πολιτισμοῦ. Ἡ ἄθεη κουλτούρα τῆς νεωτερικότητας μιλάει γιά τίς ἐλευθερίες τοῦ ἀτόμου καί γιά τά προσωπικά του δεδομένα, ἀλλά ἀξιολογεῖ τόν ἄνθρωπο, ὡς “προοδευμένο” ζῶο, ὡς ἀπόγονο τοῦ πιθήκου. Μέχρι ποιό ἐπίπεδο ἀνθρωπιᾶς καί πολιτισμοῦ μπορεῖ νά ἀνηφορίσει ὁ πίθηκος, ἐγώ δέν μπορῶ νά σᾶς τό προσδιορίσω. Φαντάζομαι, πώς δέν μποροῦν νά τό κάνουν οὔτε οἱ φανατικότεροι τῶν ἀθέων.
† ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΑΘΗΝΩΝ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ (ΚΟΤΣΩΝΗΣ)
Ἡμερολόγιο Ἄρθρων